Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Εις το επανιδείν....

Αγαπητοί φίλοι,
Ευχαριστώ όσους με συντρόφεψαν σε αυτή την "περιπέτεια" των τεσσάρων χρόνων.
Ο "Πύραυλος" έκλεισε.
                                                                                 
                                                                                          ΛΥΓΚΕΑΣ



Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Αποχαιρετισμός

Ευχαριστώ τους φίλους αναγνώστες.

                                                                           Β.Η



Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

Exit

Φίλε μου Βασίλη,

με το «Περί Βολταίρου», που ανέβασες το μεσημέρι, με βοήθησες να συνειδητοποιήσω μια βαθύτερη ασυνενοησία πίσω και πέρα από τη συγκεκριμένη διαφωνία που εκφράσαμε μαζί με τον Δημήτρη. Μια ασυνενοησία σχετικά με τη φύση και τους όρους ενός κοινού εγχειρήματος, το οποίο θέλησε, υποτίθεται, να πορευτεί «με βάση τη φιλία» και την αποφυγή εμπλοκής και εγκλωβισμού του σε διαφωνίες (για οποιοδήποτε θέμα και όχι μόνο γι’ αυτά που αναφέρεις) που έχουν αποδειχτεί άπειρες φορές άγονες και ατελέσφορες.

Αφού τελικά αποδείχτηκε πως δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε πάνω σε αυτό −δηλαδή πάνω στο τι θέλουμε από αυτό το εγχείρημα και γιατί μπλεχτήκαμε μαζί σε αυτό−, δεν υπάρχει λόγος να ταλαιπωρεί κανένας κανέναν. Ποτέ δεν διανοήθηκα μεταξύ μας λογοκρισίες, εξοστρακισμούς, φιμώσεις, και τα παρόμοια. Ούτε και καπελώματα. Κανενός προς κανέναν, κανενός από κανένα μας. Φίλοι είμαστε, όχι «εταίροι».

Αποχωρώ λοιπόν από τον «Πύραυλο».

Σε ευχαριστώ
και σου εύχομαι καλή συνέχεια στο δημόσιο λόγο
με όποιον θεωρείς ότι δεν έχει τα δικά μου «ταμπού»,

Γιάννης (Hollowsky)


Υ.Γ. Ευχαριστώ με την ευκαιρία τους αναγνώστες και σχολιαστές του «Πυραύλου». Σας αποχαιρετώ από αυτό εδώ το βήμα, ελπίζω να περάσατε καλά όπως κι εγώ, και σας εύχομαι καλή δύναμη και αντοχή στις δύσκολες, αλλά και τρομερά ενδιαφέρουσες, μέρες που όλοι μας περνάμε.




Περί Βολταίρου



    Προτού μπω στην ουσία, ένα σχόλιο. Ούτε και σε μένα άρεσε το ύφος κάποιων σχολιαστών και αναρωτιέμαι αν θα είχαν το νεφρό να μου απευθυνθούν έτσι κατά πρόσωπο ή με το όνομά τους. Αλλά το internet είναι Πιάτσα. Κι απ’ τις χειρότερες αφού υπάρχει ανωνυμία αλλά... ανοιχτό ιστολόγιο έχουμε,  θα μας τσιμπάν κι οι κόττες. Αυτά, γιατί ο κουρνιαχτός που σηκώθηκε από τις αναρτήσεις μου έπαιξε κι αυτός ένα ρόλο.
    Κι έρχομαι τώρα στο άρθρο σας. Τι να πω γι αυτό? Σαν νομικό κείμενο μου φάνηκε, στρυφνό και στενάχωρο. Αν πρόκειται  για να γράψουμε να το συμβουλευόμαστε πρώτα, θα βγούμε από δω μέσα... χαμογελαστοί!  Άμα δεν γράφουμε για τα θέματα που μας απασχολούν κι όπως μιλάει η καρδιά μας τότε ποιός ο λόγος να γράφουμε? Λέτε ότι πρέπει να αποφεύγεται η αναφορά σε θέματα που υπάρχει διακυρηγμένη διαφωνία ( που καταλήγει , όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, σε αδιέξοδο). Ναι, αυτό όμως στην παρέα, μεταξύ μας, όπου και οι τρεις μας δείχνουμε (σωστά) μια αυτοσυγκράτηση. Αλλά όποιος από μας κάνει ανάρτηση δεν απευθύνεται στους άλλους δύο αλλά στους αναγνώστες. Και δεν μπορούν να υπάρχουν θέματα ταμπού εδώ.
    Από την αρχή υποστηρίζαμε ότι η κρίση αυτή δεν είναι μόνο οικονομική. Κι εγώ συνεχώς τονίζω ότι από κάτω υπάρχει το τέλος της πολιτικής όπως την ξέρουμε. Και πιο βαθειά,  η κοινωνική, δηλ. η έλλειψη δικαιοσύνης. Και ύστερα η κρίση του Πολιτισμού, που φτάνει έως τον πυρήνα, που είναι το πνευματικό, ο οποίος βρέθηκε κενός. Και δεν υπήρξε διαφωνία φυσικά.  Όταν λοιπόν απ’ αυτό το κενό έρχομαι εκεί που πάει η σκέψη, στη θρησκεία, στον τρόπο δηλαδή που θρησκεύεται ή δεν θρησκεύεται η σύγχρονη Ελλάδα, εκεί υπάρχει πρόβλημα. Όταν λέω ότι ζούμε σε μία αποικία και αυτή η ιστορία ξεκινάει από πολύ παλιά κι αν θέλουμε ανεξαρτησία πρέπει να γίνουμε πραγματικά ελεύθεροι- και πάω εκεί πίσω, τότε υπάρχει πρόβλημα. Άρα να αφήσουμε την Πατρίδα (αλλοιώς πατριδολαγνεία) να την νέμονται οι Ακροδεξιοί και τον Θεό να τον νέμεται κάποιο Ιερατείο (αλλοιώς αυθαιρεσία).  Έτσι γινότανε ως τώρα και να που φτάσαμε!
    Έπειτα, ανάρτηση  «από κοινού» έπρεπε να την αποφύγετε. Αν δεν σας αρκούσανε τα σχόλια θα μπορούσε να γράψει ο καθένας το δικό του κείμενο διαφωνίας. Στο «τι λέω» κι όχι «αν μπορώ να το λέω». Πως συνασπίζεστε? Στο κάτω-κάτω δεν έχετε και σεις διαφορές? Που φαίνονται αυτές? Όταν σε διαφωνίες τριών οι δυο ομογενοποιούνται αντί να παίξει κάποιος απ’ τους δυό τους, ρόλο εξισορροπητικό τότε αρχίζει η διαίρεση. Από κεί ως τη ρήξη είναι ...ένα τσιγάρο δρόμος. Αυτή είναι η δυναμική των ομάδων. Το σημείο ειναι δύσβατο αλλά το πέρασαν, παλιά και πρόσφατα, πολλοί. Και οι περισσότεροι με τις καλύτερες προθέσεις ως εκείνη τη στιγμή. (Το πράγμα έχει ενδιαφέρον)
     Οπότε το καίριο εδώ είναι αν είμαστε μια ομάδα. Ή τι ομάδα μπορεί να είμαστε.
    Αυτά είχα να σας πω, καθώς και ότι εγώ νοιάζομαι ν’ ανοίξει η συζήτηση δημόσια για αυτά τα ουσιώδη θέματα που έθιξα στις αναρτήσεις . Όσον αφορά την εξιδανίκευση, ποιός ορίζει τι είναι αυτή και πότε παρουσιάζεται? Και γιατί είναι κακή? Και θυμίζω ότι ο όρος κάλλιστα μπορεί να χρησιμοποιείται για να καταστέλλεται ο ενθουσιασμός γύρω από ένα θέμα. Λ.χ  εγώ που είμαι «ερωτευμένος με τις ιδέες μου» εξιδανικεύω διαρκώς.
    Κι ακόμα ότι προσπάθησα εδώ να είμαι δίκαιος και με σας και με τον εαυτό μου.  

                                                                                                              Β. Η

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Περί Εξιδανικεύσεων, Διαφωνιών και Ρήξεων




«Μέσα στη δίνη ενός αιώνα που κλείνει ήδη μια ταραγμένη δεκαετία (...) υπάρχουμε επάνω σε μια σχεδία που πορεύεται στα άγρια κύματα της πραγματικότητας με βάση τη φιλία (...) Αυτό το ιστολόγιο θέλει να είναι  ένας χώρος διερεύνησης, σκέψης και πιθανόν προτάσεων γύρω από προβλήματα , που νομίζουμε ότι δεν ταλανίζουν μόνο εμάς, αλλά και την κοινωνία ευρύτερα. Γιατί πιστεύουμε ότι οι προβληματισμοί μας είναι προβληματισμοί της ίδιας της κοινωνίας. Δεν μας ενδιαφέρει να κάνουμε πολιτική, με την έννοια που αυτή νοείται στη αγορά των διεκδικήσεων. Θα είμαστε ευχαριστημένοι αν καταφέρναμε να ρίξουμε λίγο  περισσότερο φως στο κοινωνικό ζήτημα.»

(Από την αυτοπαρουσίαση του ιστολόγιου στην έναρξή του το 2011)

«Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υποστηρίξω μέχρι τέλους το δικαίωμα σου να το λες»

(Βολταίρος)

Η διαφωνία  ήταν ανέκαθεν ένα αγκάθι στη ενότητα, τη συνύπαρξη και την κοινή δράση. Πιο πολύ αγκάθι όμως, είναι η διαχείριση της διαφωνίας. Με ποιόν τρόπο αποφασίζεις να την επιλύσεις. Ο εξοστρακισμός, η γκιλοτίνα, η εξορία, ο εμφύλιος, η φίμωση, η διαγραφή, η αποπομπή και η διαπόμπευση είναι οι πιο συνηθισμένοι τρόποι που οι άνθρωποι επέλεξαν να λύσουν αυτόν το Γόρδιο δεσμό. Απ' ότι έχει φανεί τελικώς, με αυτούς τους τρόπους κανείς από τους εμπλεκόμενους δεν κέρδισε, αλλά ούτε και η διαφωνία επιλύθηκε ποτέ πραγματικά. Και ποτέ δεν κέρδισε όποιος αφέθηκε να παρασυρθεί από απαιτήσεις του όποιου «κοινού» για μια τέτοιου είδους διαχείριση των διαφωνιών.

Γιατί τα λέμε όλα αυτά;

Ορισμένες από τις τελευταίες αναρτήσεις στο μπλόγκ μας δημιούργησαν εντάσεις και διαφωνίες. Εσωτερικά και εξωτερικά. Φαίνεται σαν το πνεύμα που διακατείχε τις αναρτήσεις μας να πήρε άλλον δρόμο. Κάποιοι μίλησαν έως και για «μετάλλαξη» του ιστολογίου μας.

Πριν πούμε περισσότερα, πρέπει να γίνει σαφές ότι σε αυτόν εδώ τον χώρο δεν θελήσαμε ποτέ να υπάρξει λογοκρισία. Υπολογίσαμε στο δικαίωμα καθενός μας να γράφει αυτό που ο ίδιος θέλει. Και το υπολογίσαμε αυτό, θεωρώντας ότι ο καθένας μας είναι αρκετά έμπειρος και ώριμος για να καταλάβει πως ένα τέτοιο κοινό «βήμα» δεν μπορεί να είναι ούτε βήμα έκφρασης μιας παλαιοκομματικού τύπου μπετόν-αρμέ ομοφωνίας πάνω στην τάδε «ιδεολογική γραμμή», ούτε όμως κι ένα βήμα απλής ατομικής «αυτοέκφρασης», αλλά ένα βήμα στο οποίο ο καθένας θα προσκομίζει όσες από τις απόψεις του μπορούν, ακόμα και στη διαφωνία τους, να συναντηθούν γόνιμα με τις απόψεις των άλλων, αφήνοντας κατά το δυνατόν απ’ έξω διαφωνίες που έχουν αποδειχτεί άγονες, ατελέσφορες και φαυλοκυκλικές.

Προχωρήσαμε λοιπόν ίσαμε τώρα στη βάση ότι ο καθένας μας επιλέγει ή δεν επιλέγει να ανακοινώνει από εδώ τα θέματα που τον απασχολούν με μια ορισμένη ελευθερία, χωρίς κανείς μας να είναι υπόλογος για τον άλλον και για τις απόψεις του. Στηριχτήκαμε δηλαδή σε ένα αισθητήριο που δεν είναι προσυμφωνημένο, ούτε γραμμένο σε κάποιο τυπικό «καταστατικό-συμφωνητικό». Δεν είμαστε κόμμα, ούτε πολιτική ομάδα. Είμαστε τρεις φίλοι από τα παλιά, που γράφουμε θέλοντας  «να ρίξουμε  λίγο περισσότερο  φως στο κοινωνικό ζήτημα».

Διαφωνούμε λοιπόν με τις πρόσφατες «περιγραφές» του φίλου μας Β.Η. Έχουμε και άλλες διαφωνίες μεταξύ μας, και οι τρεις συντελεστές του ιστολόγιου, οι οποίες δεν είναι γνωστές γιατί δεν έχουν βγει και δεν έχει κανένα νόημα να βγουν σε «δημόσια θέα». 

Έχουμε επίσης διαφωνία, κατά καιρούς, και με όσους σχολιάζουν αβασάνιστα αναφορές ή αναρτήσεις κάποιου από εμάς που δεν τους είναι αρεστές. 

Προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να καταλάβουμε τις ρίζες όλων αυτών των αντιθέσεων. Πιστεύουμε ότι τα πράγματα έχουν πάντοτε πιο βαθιές αιτίες από αυτές που φαίνονται. Και προσπαθούμε, επίσης, να διακρίνουμε και να ξεχωρίσουμε τις αντιθέσεις που μπορεί να είναι γόνιμες από εκείνες που δεν είναι −διότι, ασφαλώς, δεν είναι όλες οι διαφωνίες γόνιμες!−, ώστε να προωθήσουμε τις πρώτες και ν' αφήσουμε στην άκρη τις δεύτερες.

Δεν είναι απαραίτητο να το έχουμε πετύχει όσο θα θέλαμε, ή θα έπρεπε, και μάλιστα είναι πολύ πιθανόν η προσπάθεια μας αυτή να μας οδηγεί κάποιες φορές σε λανθασμένους δρόμους.

Σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη διαφωνία μας με τις τελευταίες αναρτήσεις του φίλου μας Β.Η., αυτό που έχουμε να πούμε είναι ότι σε κάθε περίπτωση οι εξιδανικεύσεις μάς βρίσκουν βαθύτατα αντίθετους. Τόσο η εξιδανίκευση του Παρόντος, στην οποία επιδίδονται οι λάτρεις του υπάρχοντος και οι απολογητές της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων, ή η εξιδανίκευση του Μηδενός, στην οποία επιδίδονται ολοένα και περισσότερο οι ψευτοεπαναστάτες και οι χαλαροκομφορμιστές του σήμερα, όσο και η εξιδανίκευση του Παρελθόντος, είτε πρόκειται για τις λεγόμενες «πρωτόγονες κοινωνίες», τους αρχαίους πολιτισμούς, το Βυζάντιο, τους κάθε λογής «πρώτους λαούς», το Διαφωτισμό, τη Γαλλική επανάσταση, το παλιό επαναστατικό κίνημα, κ.ο.κ.

Ας το ξεκαθαρίσουμε. Δεν απορρίπτουμε καθόλου την ιδέα μιας ερευνητικής αναψηλάφησης του ιστορικού παρελθόντος, ούτε την ιδέα ότι περασμένες ιστορικές στιγμές και απόπειρες μπορούν να δώσουν υλικό σοβαρής έμπνευσης για το σημερινό αγώνα για μια καλύτερη κοινωνία. Απορρίπτουμε την εξιδανίκευσή τους και με αυτό εννοούμε: την ιδέα ότι υπήρξε ή υπάρχει μια παγιωμένη στιγμή στην ιστορία (όπου κι αν τοποθετεί κανείς αυτή την ιδανική του στιγμή, ακόμα και στο Παρόν) κατά την οποία η ανθρωπότητα βρισκόταν ή βρίσκεται πάνω στη γραμμή του Ιδανικού (όπως κι αν το ορίζει κανείς αυτό)∙ και την συνακόλουθη ιδέα που λέει ότι, ο βαθύτερος λόγος που φτάσαμε στη σύγχρονη αλλοτρίωση, υποτίθεται πως βρίσκεται στο ότι οι άνθρωποι (ή οι τάδε λαοί) εγκατέλειψαν αυτό που ήταν «κάποτε», μια περασμένη «γνησιότητα» −μια ιδέα που δυστυχώς διατρέχει τις τελευταίες αναρτήσεις του φίλου μας Β.Η.

Ο λόγος που απορρίπτουμε αυτές τις εξιδανικεύσεις, είναι διπλός:

Από τη μια μεριά, επειδή θεωρούμε ότι δεν γονιμοποιούν το διάλογο και την ερευνητική προσπέλαση των προβλημάτων, αλλά απεναντίας τείνουν να παγιώνουν άγονες διαφωνίες μεταξύ εξιδανικευτικών και εξιδανικευμένων «ιστορικών σχημάτων», όπως π.χ. αυτές μεταξύ «αρχαιολατρών-βυζαντινολατρών», ή μεταξύ «πριμιτιβιστών-τεχνοφρικιών», που ανά καιρούς έχουμε δει να απασχολούν θορυβωδώς, όσο και αδιέξοδα, διάφορες μειοψηφίες και «χώρους».

Από την άλλη, επειδή θεωρούμε αυτές τις εξιδανικεύσεις συνολικά (είτε του Παρόντος, είτε του Μηδενός, είτε του Παρελθόντος) σαν μια εκδήλωση της κρίσης ταυτότητας, από την οποία πάσχει στο έπακρον ο «μεταμοντέρνος» άνθρωπος των καιρών μας -και δεν είναι ότι δεν κατανοούμε αυτή την κρίση, ούτε ότι δεν πάσχουμε κι εμείς από αυτήν (κανείς μας άλλωστε δεν υπάρχει «έξω από τον καιρό του»), αλλά το ότι τη θεωρούμε σαν μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. 

Προσοχή όμως: Δεν απορρίπτουμε τα εξιδανικευτικά σχήματα προτιμώντας, αντ’ αυτών, το «ασχημάτιστο» και τη «ρευστότητα» στην οποία ρέπουν, εξίσου εξιδανικευτικά, ένας ξεχειλωμένος σκεπτικισμός κι ένας μεταμοντέρνος «κονστρουκτιβισμός» («τα πάντα είναι κατασκευές», «δεν υπάρχουν γεγονότα, υπάρχουν μόνο ερμηνείες»), που, αν προς στιγμήν απελευθέρωσαν κάποτε κάποιο δυναμικό, σήμερα δεν αντικατοπτρίζουν παρά τη γενικευμένη στοχαστική νωθρότητα, την καταφυγή στις «αποδομητικές» ευκολίες και την απροθυμία για εκπομπή σαφούς στίγματος με την αντίστοιχή του δέσμευση. Απορρίπτουμε τόσο τις εξιδανικευτικές σχηματοποιήσεις όσο και τις ασχημάτιστες ρευστότητες, διότι υποστηρίζουμε την ανάγκη για μια θεωρητική αποσαφήνιση των προβλημάτων, τέτοια που να ευνοεί την επιχειρηματολογία και το διάλογο, αποθαρρύνοντας τόσο τα «σολαρίσματα» όσο και τα «μπετοναρίσματα» του λόγου.

Έπειτα από όλες αυτές τις διευκρινήσεις ελπίζουμε λοιπόν να έγινε κατανοητό, όχι μόνο τ' ότι διαφωνούμε με το σκεπτικό των τελευταίων αναρτήσεων του φίλου μας Β.Η., αλλά και το ότι δεν πρόκειται ν' αντιμετωπίσουμε αυτή τη διαφωνία μας με όρους που ταιριάζουν καλύτερα σε παλαιοκομματικές «μπετόν-αρμέ» αντιλήψεις του συλλογικού και της διαχείρισης των αντιθέσεων. Όσους περίμεναν κάτι τέτοιο από εμάς, θα τους απογοητεύσουμε. Όπως και όσους περίμεναν ότι, στο όνομα μιας αφηρημένης «ενότητας», δεν θα εκδηλώναμε τη διαφωνία μας προς απόψεις που θεωρούμε ότι δεν προάγουν το διάλογο και τον κοινό στοχασμό.

Ο καθένας μας θα διατηρήσει το δικαίωμά του να επιλέγει τα θέματά του και να διατυπώνει εδώ τις όποιες απόψεις του.  Ταυτόχρονα, ελπίζουμε πως ο καθένας θα διατηρήσει επίσης και την υποχρέωσή του να μην μετατρέψει αυτό εδώ το ιστολόγιο σε βήμα ατομικής αυτοέκφρασης διαφωνιών που έχουν επανειλημμένα αποδειχτεί άγονες.

Σε τελική ανάλυση, σε κάθε συμπόρευση το ενδεχόμενο μιας ρήξης είναι πάντοτε ανοικτό, όπως όμως και η φροντίδα αποφυγής της. Από όλες τις πλευρές.

Λυγκέας
Hollowsky




Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Δόγμα, Προσηλυτισμοί, Προσαρτήσεις και Βουβές Απώλειες



Οι Ιρλανδοί έχασαν τη γλώσσα τους. Εμείς χάσαμε τη θρησκεία μας. Αυτή που βγήκε από τον τόπο μας. Άλλοι λαοί έχασαν τα πάντα- όπως οι Βορειοαμερικάνοι  και οι Αυστραλοί γηγενείς και κατέληξαν αλκοολικοί. Οι Εβραίοι έχασαν τη γη τους και για δεκαετίες τώρα προσπαθούν να ανασυστήσουν έδαφος. Σε κάθε περίπτωση μια αναπηρία. Απόδειξη η σημερινή Ελλάδα που με μια θρησκεία σχεδιασμένη για να στηρίζει μια Αυτοκρατορία και ένα πολιτικό σύστημα ξένο (κοινοβουλευτισμός, κομματοκρατία, συγκεντρωτικό Κράτος) βαδίζει με πατερίτσες και σε κάθε βήμα της σκοντάφτει.
    Ηττημένη εδώ και αιώνες, αναγκάστηκε να εισάγει και να υιοθετήσει μια θρησκεία από αλλού που όσο κι αν "την έφερε στα μέτρα της"  δεν παύει να είναι μια θρησκεία που ξεπήδησε απ’ την έρημο κι έγινε παγκόσμια στο βαθμό που έγινε αυτοκρατορική.
    Κοιτάξτε το εσωτερικό μιας εκκλησίας, τα χρυσοποίκιλτα τέμπλα το θρόνο του δεσπότη (ή μήπως του αυτοκράτορα?) και τα άμφια και τις ράβδους των επισκόπων! Τίποτα το δημοκρατικό, τα πάντα παραπέμπουν στην αυτοκρατορία. Κι όλα αυτά στο όνομα ενός λαού που έχει χούι τη δημοκρατία και ένας τέτοιος κορσές τον οδήγησε στη στρέβλωση. Και πρέπει να φτάσει κανείς σε μακρινό ξωκκλήσι ώστε  μες το ανθρώπινο μέγεθος και την απλότητα να νοιώσει την κατάνυξη!
    Κι έγινε ο Έλληνας ρωμιός και βαυκαλίστηκε με ελληνορωμαϊκούς πολιτισμούς. Λες και ήταν ξεβράκωτος Φράγκος! Αλλά άλλο Ρώμη κι άλλο Ελλάδα. Κι αυτό που τις συνδέει είναι μια κατάκτηση. Κι αυτό που τις χωρίζει? Η αντίληψη για τον κόσμο! Οι  Έλληνες ποτέ δεν ξεπέρασαν το ανθρώπινο μέγεθος. Κοιτάξτε την ελληνική προτομή και κοιτάξτε τις κεφάλες που έφτιαχναν οι Ρωμαίοι! Και κεφάλες ναι είχανε πολλές, δημοκρατία δεν είχανε! Κι ας σταματήσουμε να χρυσώνουμε το χάπι, ότι κατακτήσαμε δια του πνεύματος αυτούς που μας κατέκτησαν με τα όπλα. Διοίκηση ασκούσε η Ρώμη, διοίκηση και κολακεία. Πάνω απ’ όλα το Imperium. Οι Ρωμαίοι ήταν κυβερνήτες λαών!
    Η Ρώμη στη παρακμή της κατάλαβε το απλούστερο: μια αυτοκρατορία δεν μπορεί να θρησκεύεται όπως μερικές δεκάδες δημοκρατικές πόλεις. Ένα κράτος παγκόσμιο, ένα κέντρο, ένας μονάρχης χρειάζονται ένα και μοναδικό Θεό που ενοποιεί αυτό που είναι πραγματικό και στη σφαίρα της φαντασίας. Ένα το κράτος, ένας ο Καίσαρας, ένας ο Θεός. Είχε έρθει η στιγμή του Παύλου!
    Εβραίος αυτός αλλά Ρωμαίος πολίτης εκτός από δεινός πολιτικός υπήρξε και μεγάλος συγγραφέας. Τι θα ήτανε ο χριστιανισμός χωρίς τον Παύλο? Ίσως μια από τις εκατοντάδες εβραϊκές αιρέσεις. Αυτός μοντάρισε μια διδασκαλία σε μια συνεκτική θρησκεία.  Επομένως δικαιούμαστε να μιλάμε για Παυλισμό. Και η διδαχή που έδινε αξία σε κάθε άνθρωπο εναγκαλίστηκε με μια εξουσία σε κρίση που ήταν σε αναζήτηση μιας νέας ιδεολογίας.
    Και σήκωσε ο Κωνσταντίνος την πρωτεύουσά του και την έφερε στα ανατολικά. Κι έκαναν την Νέα Ρώμη. Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Που τώρα όμως χρειαζόταν να είναι χριστιανική- Imperium με τα όλα του κι αυτό! Ιππόδρομο είχε, Αγορά δεν είχε! Νόγαγε όμως ο Κωνσταντίνος από πολιτική. Είχε μελετήσει και τον μεγάλο Φλωρεντίνο: αν θέλεις να κρατήσεις μια χώρα με ανώτερο πολιτισμό απ’ τον δικό σου ή ολοσχερώς να την καταστρέψεις πρέπει ή να μεταφέρεις την πρωτεύουσά σου εκεί πέρα, έλεγε ο Μακιαβέλης. Εδώ ήτανε τα κέντρα, εδώ θα γινόταν το παιχνίδι εφεξής. Ή ίσως και αντίστροφα  μπορεί να γίνανε τα πράγματα: τον πολιτικό να μελέτησε ο Μακιαβέλι για να γράψει θεωρία.
    Και το Βυζάντιο, άξιος διάδοχος της Ρώμης,  άσκησε πολιτική που πρέπει να διδάσκεται. Επιλεκτική αφομοίωση λέγεται και μεταστροφή. Και φυτεύτηκε σε κάθε τόπο της προγενέστερης λατρείας μια χριστιανική εκκλησία. Και οι μέντορες της νέας πίστης, σπουδασμένοι στην Αθήνα, στράφηκαν ενάντια στην ουσία αυτού που διδάχτηκαν. Ό,τι μπορεί να μας φανεί χρήσιμο το αφομοιώνουμε μεταγλωττίζοντάς το. Τα υπόλοιπα τα ξεθεμελιώνουμε. Αντιστάθηκαν εδώ, αλλά οι ανατολικές επαρχίες μαθημένες στον δεσποτισμό, προσχωρούσαν στη νέα θρησκεία κατά μάζες. Η ελληνιστική εποχή τους είχε μάθει ελληνικά αλλά όχι και δημοκρατία. Επαρχία η Ελλάδα έμπαζε μέσα από την αυτοκρατορία από παντού. Αλλά,  όσο να πεις, είχανε μείνει κάποια συνήθεια. Έτσι τον Αλάριχο και τους Γότθους που έφτασαν ως την Πελοπόνησο τους ακολουθούσαν οι ξετρελλαμένοι παρατρεχάμενοι. Το 70% του Αρχαίου κόσμου έγινε ερείπια. Οι φιλοσοφικές σχολές έπρεπε κι αυτές να κλείσουν. Αν και παρακμασμένες ξυπνούσαν φόβο. Ας αφήσουμε λοιπόν τους Ταλιμπάν στο έργο τους κι αυτοί για την επιβολή ενός Δόγματος γκρεμίζουν. Είχε ήδη πάρει ο Έλληνας τον δρόμο του, νικημένος, στα γόνατα πεσμένος και επαρχιώτης έγινε προσήλυτος. Αυτός που σωστά ονομαζότανε Εθνικός σιγά-σιγά γινότανε ρωμιός, πράγμα που σημαίνει ότι η μεταμόρφωση είχε συντελεσθεί. Η λήθη μπορούσε να επέλθει.
    Η Εθνική θρησκεία όμως έπρεπε να διασυρθεί. Όσοι απέμειναν σε κάποιες παρυφές και δυσπρόσιτα μέρη ονομάστηκαν παγάνοι. Ειδωλολατρεία, που τα πιστεύω της ήταν παραμύθια για παιδιά. Και απεκρύβει ότι η Ορθοδοξία στήθηκε πάνω στην αρχαία θρησκεία και εγκολπώθηκε τελετουργίες, μορφές, τυπικά και παραδόσεις αφού όλα αυτά της λείπανε. Κι ότι για όσο τη φοβόταν την έπαιρνε πολύ στα σοβαρά. Ναι, ο Συγκεντρωτισμός μελέτησε καλά τα βήματά του! Αλλά ο Παύλος δεν ήταν ο μόνος. Εκατοντάδες σοφοί μετά απ’ αυτόν, αναλαμβάνοντας έργο νομικών και νομοθετών, κι ας ονομάζονταν θεολόγοι, εργάστηκαν για το μεγαλείο. Υπό την σκέπη αυτοκρατόρων. Οι οποίοι για να διευθετήσουν τα γήινα κανόνιζαν, μαζί με τους Πατριάρχες, μες τις Οικουμενικές και τα του Ουρανού.    
     Κι όταν το μεγαλείο αυτό άρχισε με τη σειρά του να γερνάει ξεπετάχτηκε στα νοτιοανατολικά του σύνορα μια ακόμα νιότη. Το Ισλάμ! Ένα βαρύ δυσλειτουργικό Βυζάντιο με μια επιθετική φορολογική πολιτική είχε γεννήσει τον εχθρό του. Το Ισλάμ ήταν η αριστερά του Βυζαντίου! Όχι όμως πριν η έρημος γεννήσει άλλον ένα μεγάλο πολιτικό και συγγραφέα, τον Μωάμεθ.
     Εν τω μεταξύ, στη Δύση οι Πάππες άπλωναν την κυριαρχία τους από την Ιταλία ως τον Ειρηνικό. Ένας κόσμος φτιαγμένος από τους Λατίνους. Εκατομμύρια σκουρόχρωμες σκυφτές  ψυχές τέθηκαν υπό το Βατικανό για να σωθούν και αμύθητα πλούτη εισέρευσαν στην Santa Españia.  Ήταν φυσικό οι όλο και πιο δυναμικοί Βόρειοι να “διαμαρτυρηθούν” δια στόματος Λουθήρου και Καλβίνου. Ολόκληρη η Ευρώπη πια σηκώθηκε στα πανιά για την κατάκτηση του κόσμου. Πίσω τους οι εκκλησίες έπνεαν ούριο άνεμο. Μια ιστορία Προσάρτησης δια μέσω του Δόγματος και του Προσηλυτισμού. Όχι μόνο στην Ελλάδα λοιπόν αλλά παντού έγιναν τα ίδια, μόνο που οι Έλληνες είχανε περισσότερα να χάσουν!  
    Είναι όμως πολύ πιο παλιά η ιστορία κι αρχίζει με τον Μωυσή. Ολιγογράφος αυτός αλλά περιεκτικότατος σαν γνήσιο τέκνο της άμμου. Λόγω δε έλλειψης γραφικής ύλης ό,τι είχε να πει το σκάλισε σε πέτρινες πλάκες. Ήταν εξαιρετικό το σκηνοθετικό εύρημα, γιατί ασκεί την γοητεία και την επιρροή που ασκεί το αρχέγονο. Περνώντας δε, μερικές φυλές μέσα από την έρημο και δίνοντάς τους ένα Νόμο έφτιαξε ένα λαό. Αυτό κι αν είναι επίτευγμα! Και ακόμα παραπέρα, ο Νόμος του παρουσιάστηκε σαν θεόπνευστος.  Και αυτή ακριβώς είναι διαφορά  του με το ελληνικό πνεύμα όπου τους νόμους του έδιναν οι ίδιοι στους εαυτούς τους και τους άλλαζαν όταν έκριναν σωστό κι αυτό το σωστό έπρεπε να σταθμίζεται διαρκώς. Οι θεοί εδώ δεν όριζαν πλήρως τα ανθρώπινα αφού είχαν αδυναμίες θνητών και συχνάκις ήταν και οι ίδιοι ηθικά διαβλητοί. Ούτε υπήρχε ιερατείο. Ούτε Ιερά Κείμενα. Κι έτσι εμφανίστηκε ο Ένας και Αληθινός Θεός, που παρεμπιπτόντως ήταν και Ενοχοποιός, κι  αρχίζει η δραματική πορεία του Μονοθεϊσμού μες την Ιστορία. Δραματική όχι επειδή είναι ματοβαμμένη -η ανθρωπότητα ποτέ δεν έπαψε να σφάζεται - αλλά επειδή μ’ αυτόν αλυσσοδέθηκε η ανθρώπινη ελευθερία.
   
    Η Ιστορία του Δυτικού πολιτισμού είναι η σύγκρουση και ο συγκερασμός του ελληνικού και εβραϊκού πνεύματος. Δημοκρατία και Δόγμα. Η Δημοκρατία προωθεί την Ισηγορία προς χάριν της Ελευθερίας, το Δόγμα προωθεί την Ενότητα μες από τον έλεγχο των συνειδήσεων και τον φόβο της αίρεσης.

    Η Αναγέννηση ήταν η αναγέννηση του Ελληνικού πνεύματος στη Δύση όπως το εξέλαβαν οι Δυτικοί, κυρίως όπως το γνώρισαν μέσα από τη μάννα τους τη Ρώμη. Και μέσα  από δύο αιώνες επαναστάσεων φόρεσαν άλλοτε το ρούχο της Ρώμης και κάποτε της Αθήνας.

    Ο Σοσιαλισμός υπήρξε η σύγχρονη Ουτοπία. Ο Μαρξ, από τους επιφανέστερους προφήτες του, θέλησε να προωθήσει την Ισότητα μέσα στην Ενότητα αλλά παραγνώρισε την ανάγκη για Ελευθερία. Εβραίος κι αυτός, τον φαντάστηκε σαν μια πορεία του περιούσιου λαού, που είναι το προλεταριάτο, μέσα από την έρημο του καπιταλισμού με κατεύθυνση μια γη της Επαγγελίας που είναι ο κομμουνισμός. Δεν ξέφυγε δηλαδή από την παράδοση της καταγωγής του ακόμα κι αν, σαν υλιστής, ήταν μη πιστός. Μια θεολογία χωρίς θεό.
    Από κει και πέρα ο ίδιος μαζί με τους θεμελιωτές, τον Λένιν και τον Στάλιν, παιγνιωδώς, βρίσκουν εύκολα τις αντιστοιχίες τους στον Παύλο και τον Κωνσταντίνο. Όλοι τους πολιτικοί πρώτου μεγάθους. Αλλά συζητιέται αν, ύστερα από τη σύγχρονη εμπειρία αθεΐας  που έχουμε, μπορεί να στηθεί κοινωνία χωρίς Θεό.
   
.    Όταν οι ελληνικές δημοκρατίες κατελύθησαν από τους Ρωμαίους, θα μπορούσε κανείς να επαναλάβει τα λόγια του Ομήρου: «ο άνθρωπος που ρίχνεται στη δουλεία χάνει τη μισή του ψυχή». Όμως ο θάνατος ενός έθνους μοιάζει με τον θάνατο ενός ανθρώπου και γίνεται αντιληπτός με τον ίδιο τρόπο. Η ζωή εγκαταλείπει τον άνθρωπο
όταν η ψυχή εγκαταλείπει το σώμα του: ψυχή, για ένα έθνος είναι η θρησκεία του.  Ένα έθνος που απαρνήθηκε τους Θεούς του είναι ένα έθνος νεκρό. Αυτό συνέβη στην Ελλάδα κατά την επικράτηση του Χριστιανισμού.
     Αν και βασικά σωστή, βρίσκω την άποψη τού Λουίς Μενάρντ λίγο υπερβολική. Απ’ ό,τι φαίνεται οι λαοί έχουν πολύ μεγάλες δυνάμεις επιβίωσης. Αν ένας λαός χάσει τη γη του ή τη γλώσσα του ή τη θρησκεία του μπορεί να τα καταφέρει. Η απώλεια και των τριών όμως είναι μάλλον συντριπτική (εκτός πια αν μιλάμε για τους τσιγγάνους). Όμως υπάρχει κι ένας ακόμα πυλώνας - ήθη, έθιμα και θεσμοί. Το να ζήσει βέβαια καλά ένας λαός είναι κάτι άλλο από απλή επιβίωση.

    Αναγκασμένος να εκχριστιανιστεί, ο Ελληνισμός, έκανε ό,τι μπορούσε για να φιλτράρει και να εξελληνίσει το Δόγμα. Όμως ο χριστιανισμός τού έδωσε μια ταυτότητα που άφηνε βασικά κομμάτια του χαρακτήρα του απ’ έξω. Σαν να ποδέθηκε ένα στενό παπούτσι. Ήταν μια ταυτότητα λειψή. Καλή για υπηκόους αλλά όχι για ελεύθερους πολίτες.

    Η Ελληνική επανάσταση σωστά ονομάστηκε παλιγγενεσία. Αλλά ανέχθηκε τους κοτσαμπάσηδες και απέτυχε να τιθασσεύσει τη δύναμη της Εκκλησίας. Επιπλέον εισήγαγε το Ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα που ήταν ξένο προς τον χαρακτήρα του λαού. Γιατί στην Ελλάδα το κράτος ήταν εισαγόμενο εμπόρευμα. Κι αυτό ήταν το άλλο στενό παπούτσι.
    Ηττήθηκε μέσα από τη νίκη της και η παλιγγενεσία έμεινε λειψή. 200 χρόνια μετά, οι αποτυχίες της δεν μας αφήνουν να πάρουμε ανάσα.      

    Η σημερινή επονομαζόμενη κρίση είναι η στιγμή που η χώρα βρίσκεται μπρος σε μια απόφαση για ζωή ή για μια ύπαρξη στα όρια της επιβίωσης. Η ερώτηση που πρέπει να απαντήσει ο λαός της δεν είναι μέσα ή έξω απ’ το κοινό νόμισμα, μέσα ή έξω απ’ την Ευρώπη και τις αγορές της αλλά καπιταλισμός ή όχι. Κράτος και ανάθεση ή συμμετοχή. Δημοκρατία ή ολοκληρωτισμός.  Και το θεμελιακό πρόβλημα που έχει να λύσει είναι το θρησκευτικό. Με μια φράση, ν’ αποφασίσει σε τι Θεό πιστεύει. Είναι νανουριστές αυτοί που ασχολούνται αποκλειστικά με την οικονομία της.

    Όποιος δεν πιστεύει σε Θεό εύκολα καταλήγει να πιστεύει στο χρήμα. Η λαϊκή ρήση που το αποκαλεί σύγχρονο Θεό δεν κάνει λάθος. Έχει με το μέρος της το ένστικτο. Ο αδύναμος οικονομικά, που είναι υποταγμένος στο χρήμα παίζει στο γήπεδο του αντιπάλου. Του οικονομικά ισχυρού. Οι Ισλαμιστές χτύπησαν φλέβα! Εξ ου και ο φόβος και το μίσος που συγκεντρώνουν.
     Ο κατά πεποίθηση άθεος σήμερα, από την δυναμική των πραγμάτων, κάλλιστα μπορεί (και εν αγνοία του) να είναι ένας πιστός. Επομένως για αυτούς που θέλουν να πολεμήσουν για τον εαυτό τους και τον κόσμο απαιτείται μια αντίληψη που υπερβαίνει την ιστορική διάσταση μεταξύ υλισμού και ιερού. Η συζήτηση πρέπει να να ξαναρχίσει και να κατεβούμε ως τη ρίζα.
    Κουτσά στραβά ο Ελληνισμός, επιβίωσε για 2000 χρόνια  μέσα κι έξω από τον εαυτό του και το οφείλει ίσως σ’ ένα γερό κύτταρο. Αλλά ως εδώ ήτανε! Αν θέλει τώρα να ζήσει πρέπει να ανασυστήσει το Ιερό. Η αρχαία θρησκεία μοιάζει απόμακρη, και ο χριστιανισμός του δεν είναι επαρκής.
   
    Γη, γλώσσα, θρησκεία, πολιτισμός.  Αυτές είναι απώλειες που αν παραμείνουν βουβές, δεν περάσουν στην περιοχή του συνειδητού, δεν αφεθούν στη θλίψη, δεν διατυπωθούν με λόγο και δεν βρουν διέξοδο σε Tελετουργίες και στην Τέχνη οδηγούν σε τερατογενέσεις.
    Από κει και πέρα η αναδιατύπωση του Ιερού σε μια καινούργια γλώσσα είναι σήμερα, ανάγκη κάθε λαού κι όχι μόνο του ελληνικού. Αλλά γιαυτό θα χρειαζόταν ένας μεγάλος Μύστης.

    Προσφάτως ξανατέθηκε το ερώτημα αν το Βυζάντιο ήταν ελληνικό. Ο Στήβεν Ράνσιμαν έχει απαντήσει πως το Βυζάντιο ανήκει σ’αυτούς που τό ’κλαψαν. Αυτή η απάντηση όμως δεν μας λέει, τι  έκλαψαν σ’ αυτό? Γιατί το Βυζάντιο, εξελληνισμένο ιδιαίτερα προς το τέλος του όσο συρρικνωνόταν μέσα στην ελληνική χερσόνησο, απετέλεσε την αναφορά και την αναπλήρωση για τους Έλληνες υπόδουλους των Οθωμανών: μια μυθική ελληνική αυτοκρατορική Πορφύρα ενάντια στο Σουλτανικό σαρίκι. Τι μπορεί όμως να σημαίνει για εμάς που ψάχνουμε την ένθεη δημοκρατία, το κλειδί όλων των σύγχρονων αινιγμάτων? Μήπως πρέπει να πάρουμε το φιλοσοφικό καλαθάκι μας και, αναζητώντας έμπνευση και διδάγματα (παθήματα-μαθήματα), να διατρέξουμε προς τα πίσω την ιστορική μας διαδρομή και να επιμείνουμε εκεί, στη μακρινή μας νιότη και αρχή όπου όπως πάντα κρύβονται όλα?  
    Κι εγώ, ο πολιτικά δολοφονημένος, κάτοικος ενός κόσμου Σκιών, ονειρεύομαι να ξαναζήσω! Εγώ, ένα τίποτα, ονειρεύομαι να ξαναγίνω πολίτης!

    Οι Ιρλανδοί έχασαν τη γλώσσα τους. Παρ’ όλα αυτά μια γενιά  Ιρλανδών ποιητών και συγγραφέων που έγραψαν στα αγγλικά, ορκίστηκαν να κάνουν την υπόλοιπη αγγλόφωνη λογοτεχνία να μοιάζει επαρχιώτικη. Και για μια ολόκληρη περίοδο το πέτυχαν. Όμως η ουλή είναι ακόμα εκεί - και πονάει.
   
    Εμείς,εδώ, σε μια χώρα ποιητών, γνωρίζουμε καλύτερα την Παλαιά Διαθήκη και τους βίους των Αγίων από τους μεγάλους Τραγικούς μας ποιητές. Όπως …ευγενώς μας παραχωρήθηκε το ιερό βιβλίο ενός άλλου λαού για να το διδάσκουμε στα παιδιά, ευγενώς και μείς παραχωρήσαμε τους Τραγικούς στους ελληνιστές φιλόλογους ώστε να γίνουν παγκόσμιο κτήμα και να απαλλαγούμε απ’ αυτούς. Και να σκεφτεί κανείς ότι ίσως η πραγματική θρησκεία των Ελλήνων, πέρα από τα Ελευσίνεια και τις Μυστικές λατρείες, να ήταν η Τραγωδία και οι Ολύμπιοι Θεοί η μυθολογία τους! Αυτή άλλωστε δεν ήταν που ενοποιούσε την πόλη μέσα από τις τελετουργίες της και κατεδείκνυε τους Δαίμονές της?




                                                                                                                     Β.Η


Υ.Γ  Καταλαβαίνω ότι μ’ αυτό το κείμενο θα στενοχωρήσω κάποιους ανθρώπους καλής θέλησης, που έχουν εσωτερικότητα, που είναι χριστιανοί, που αγαπούν την Μεσαιωνική περίοδο του Ελληνισμού και που μες το Βυζάντιο βρίσκουν μια θαλπωρή. Που όπως κι εγώ, φτάνουν σ’ ένα ξωκκλήσι ή βρίσκουν λίγη πολυπόθητη ησυχία στο μισόφωτο ενός ναού, από τα σπάνια μέρη μες την πόλη που μπορείς να βρείς τη σιωπή.
   Μιλώ για πράγματα πολύ παλιά, είναι σαν να μην υπάρχει χρόνος. Όμως όλοι οι χαμένοι, όλοι οι νικημένοι της Ιστορίας πρέπει να μιλήσουν. Τώρα που σαρώνονται με τη σειρά τους από την πλημμυρίδα του χρήματος και της τεχνολογίας και σιγά –σιγά περνούν κι αυτοί στα «αζήτητα» της Ιστορίας, ίσως μπορέσουν να καταλάβουν και τον δικό μου πόνο.
    Στους δύσκολους καιρούς που περνάμε σαν κοινωνία, μια ειλικρινής και χωρίς περιστροφές αναγνώριση των όσων έγιναν κάποτε είναι νομίζω αναγκαία.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...