Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Ομιλία στην προβολή ταινιών του Γκυ Ντεμπόρ



«Κυρίες και Κύριοι, η ταινία που σας προβάλλουμε απόψε, είναι μια ταινία βαθιά ερωτική∙ μια ταινία πρωτόγνωρης έως σήμερα τόλμης που θα μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου!»

Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την παρουσίαση της δεύτερης προβολής των Ουρλιαχτών ο φίλος του Ντεμπόρ, ο δαιμόνιος Σερζ Μπερνά, εκείνο το μακρυνό έτος 1952. Τι το επακολούθησε θα το πούμε, κι ίσως ως ένα βαθμό θα το δούμε, αργότερα.

Αυτό που θα προσπαθήσω τώρα, είναι να τοποθετήσω τις τρεις πρώτες, κι αγαπημένες μου, ταινίες του Γκυ Ντεμπόρ στο πλαίσιο μες από το οποίο γεννήθηκαν, ώστε να πάρουμε μια μικρή έστω αίσθηση της ατμόσφαιρας και των προσδοκιών που τις συνόδευσαν −ατμόσφαιρα και προσδοκίες που ίσως ακόμα σήμερα τις συνοδεύουν και τις κάνουν ταινίες πραγματικά, και όχι «μουσειακά», ενδιαφέρουσες και για εμάς.

Πρέπει ευθύς εξαρχής να τονίσω ότι, σε αντίθεση με τις ταινίες που γύρισε μετά το 1973, αυτές οι τρεις πρώτες ταινίες του Γκυ Ντεμπόρ −Ουρλιαχτά (1952), Για το Πέρασμα μερικών Προσώπων μέσα από μια Αρκετά Σύντομη Χρονική Μονάδα (1959) και Κριτική του Διαχωρισμού (1961)− είναι έκδηλα ταινίες ενός ξεχωριστού ανθρώπου, ο οποίος μετείχε ενεργά σε ένα συλλογικό επαναστατικό ρεύμα και το ενδιαφέρον του ήταν περισσότερο να συμβάλλει στον εμπλουτισμό αυτού του ρεύματος παρά στην ανάδειξη ενός ατομικού έργου του, στην υπεράσπισή του, ή στο νοσταλγικό απολογισμό κάποιων σπουδαίων στιγμών του παρελθόντος του, όπως συμβαίνει κατά κύριο λόγο με τις επόμενες.

Επομένως, οφείλουμε −του το οφείλουμε, θα έλεγα− να δούμε τις ταινίες αυτές όχι μόνο σαν καρπούς του οπωσδήποτε εξαιρετικού προσωπικού ταλέντου του Ντεμπόρ (θα το κάνουμε και αυτό παρακάτω), αλλά και σε συνάρτηση με το ρεύμα στο οποίο αφιέρωσε ολόψυχα και γενναιόδωρα τα πρώτα σαράντα χρόνια της ζωής του.

Εκείνο το ανατρεπτικο ρεύμα, που περνώντας από διάφορα μονοπάτια έφτασε μέσα από το «Φαντασιακό Μπαουχάους» του Άσγκερ Γιόρν και τους «Λετριστές» του Ισίδωρου Ιζού στην «Καταστασιακή Διεθνή» το 1957, συγκροτήθηκε βήμα-βήμα σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, δηλαδή στο ξεκίνημα μιας εποχής που, ενώ σημαδεύτηκε από τη λεγόμενη οικονομική ανοικοδόμηση του Μεταπόλεμου, στο βάθος της ήταν μια καταρρεύσεων, το παροξυστικό αποκορύφωμα της οποίας μπορούμε να πούμε ότι ζούμε σήμερα.

Πιο συγκεκριμένα, με την επικράτηση του ναζισμού στους κόλπους ενός από τους πιο καλλιεργημένους και πολιτικοποιημένους λαούς της Ευρώπης, είχε καταρρεύσει τόσο η προσφιλής ιδέα των μοντέρνων καιρών, σύμφωνα με την οποία η «φωτισμένη συνείδηση» και η «εργαλειακή λογική» αρκούν για να ξεπεραστεί οριστικά η βαρβαρότητα και το συλλογικό κακό, όσο και η ρομαντική ιδέα μιας απεριόριστης εμπιστοσύνης στον «πλούτο» της ψυχικής ενδοχώρας του σύγχρονου ανθρώπου. Με την έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι είχε καταρρεύσει η έως τότε σχεδόν τυφλή πίστη, δεξιά και αριστερά της κυρίαρχης ιδεολογίας, στην τεχνολογία ως φορέα καθαρού απελευθερωτικού δυναμισμού και η ιδέα ότι αρκούσε η Τεχνική ν’ αλλάξει χέρια και αυτόματα θα υπηρετούσε το κοινωνικό καλό. Με την αποτυχία της προσπάθειας εύρεσης κοινού πεδίου μεταξύ των σουρεαλιστών και των κομμουνιστών, είχε καταρρρεύσει η ελπίδα μιας συμπόρευσης μεταξύ της πρωτοποριακής «αντί-αστικής» τέχνης και της «εργατίστικης» πολιτικής∙ και, μαζί με αυτήν, έμπαινε και πάλι ένα μεγάλο ερωτηματικό  για τις σχέσεις μεταξύ της πνευματικής πρωτοπορίας και της λαϊκής βάσης των σύγχρονων κοινωνιών. Με την ουγγαρέζικη επανάσταση τέλος, ένα χρόνο πριν από την ίδρυση της Κ.Δ., το 1956, θα κατέρρεαν και οι τελευταίες ψευδαισθήσεις για τη επαναστατική φύση και το ρόλο της Ε.Σ.Σ.Δ. ως «αντίπαλου δέους» της κεφαλαιοκρατικής Δύσης ―κάτι που σήμαινε, πως οι επαναστατικοί αγώνες των δυτικών λαών δεν θα είχαν πλέον να υπολογίζουν παρά στον εαυτό τους.

Τούτη η μαζική κατάρρευση τόσων μετώπων μέσα σε δυο-τρεις δεκαετίες έθετε εκ των πραγμάτων κάθε ευαίσθητο άνθρωπο μπροστά ένα συγκλονιστικό σταυροδρόμι.

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Επιβίβαση για τα Κύθηρα



                                                                                         …όλα τα όνειρα της ζωής αρχίζουνε στη νιότη.

    Η Ελλάδα υπήρξε ένα θαύμα! Ένα θαύμα για τον εαυτό της και τον κόσμο! Τέχνη, Φιλοσοφία και Πολιτική αποτελούσαν μία αδιάσπαστη ενότητα.
    Το Θέατρο στεκόταν φρουρός της Δημοκρατίας! Η επιρροή του έφτανε σε τέτοιο βαθμό που κάποιοι αποφάνθηκαν ότι η Αθήνα ήταν μιά θεατροκρατία. Οι πολίτες έκλαιγαν  και φώναζαν μέσα στα θέατρα.
    Η Φιλοσοφία προσπαθούσε να ρίξει φως σε κάθε πτυχή της Δημόσιας ζωής και να γιατρεύει τις κρίσεις του ζωντανού οργανισμού που ήταν η Πόλη. Και μέσα από κάποιες θαυμαστές συζητήσεις αποπειράθηκαν να ορίσουν το νόημα της ζωής.
    Οι πολίτες συναθροίζονταν για να πάρουν αποφάσεις για κάθε τι, ακόμα και για ειρήνη ή πόλεμο. Για ζωή ή θάνατο. Ιδιαίτερα μάλιστα τότε. Μεγαλωμένοι με μια παιδεία λόγου και επιχειρηματολογίας απολάμβαναν τις ηδονές της πολιτικής.
    Μολαταύτα η  πολιτική ήταν «υπόλογος» σε κάποιου είδους αυθεντία. Λογοδοτούσε και ελεγχόταν από τους ποιητές και τους φιλοσόφους, κοντολογίς αυτούς που είχαν κερδίσει μέσα στο Δήμο τη φήμη ότι είχαν σκεφτεί καλύτερα πάνω στη ζωή.
    Επιπλέον τα πάντα καταγράφηκαν εν πάσει λεπτομερεία: «Ο Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό παρουσιάζει εδώ τα αποτελέσματα της έρευνάς του, για να μην καταλυθούν από το χρόνο τα έργα των ανθρώπων».
    Και ο Θουκυδίδης ο Αθηναίος, γνώστης της ανθρώπινης δεινότητας, καταγράφει τα γεγονότα ενός πολέμου, «γιατί όσα έγιναν μέλλεται να ξαναγίνουν όσο η φύση των ανθρώπων θα παραμένει ίδια», κρίνοντας ωφέλιμη την εξιστόρησή τους ώστε τα διδάγματά τους να παραμείνουν ανθρώπινο “κτήμα ες αεί”.
    Και το αχνό χαμόγελο ενός εφήβου ή μιάς κόρης κλεισμένο μέσα στο μάρμαρο κομίζει ως εμάς απ’ τα βάθη του χρόνου μιά ασύλληπτη σιγουριά. Σιγουριά που προέρχεται από ένα «μόνιασμα του καλλιτέχνη» με την κοινωνία και ακόμα παραπέρα με τον κόσμο, αδιανόητο στις μέρες μας.
    Αλλά υπήρχε και μια άλλη Ελλάδα, μυστηριακή, τρομώδης και βαθύσκιωτη, χθόνια και υποχθόνια, των μυσταγωγιών και της έκστασης. Και της κάθαρσης που έρχεται μέσα απ’ το έλεος και το φόβο.

                  Ο Έρως!  Ο Θεός!  Η Πόλις!

    Ύστερα το ιερό πουλί πέταξε μακριά από το Άστυ.
    Οι ποιητές σιώπησαν. Η πολιτική εγκαταλείφθηκε στη μοίρα της. Δηλαδή στα χέρια των ισχυρών. Κι όσοι περνούν από την ιερή Ελευσίνα αποστρέφουν το βλέμμα

    Η Ελλάδα που υπήρξε ένα δίκτυο ανεξαρτήτων πόλεων έζησε τη διαίρεση στο εσωτερικό τους, μεταξύ ελευθέρων και δούλων, και στο εξωτερικό τους, από τον αγώνα τους για εκμετάλλευση της μιάς από την άλλη. «Στη διαίρεση των Ελληνικών πόλεων και στον αγώνα τους για επικράτηση εξωτερικευόταν η αρχή του διαχωρισμού που θεμελίωνε εσωτερικά την κάθε μία τους».
    Η Ελλάδα που ονειρεύτηκε τον καθολικό άνθρωπο χάθηκε μέσα στη δίνη εμφυλίων πολέμων. Δεν κατάφερε να ενωθεί απέναντι στην εισβολή και νικήθηκε το 146 π.Χ
    Έκτοτε επιβιώνει σαν Τρόπος. Ο Ελληνικός Τρόπος. Επισκιασμένος σήμερα από το Νεοελληνικό κράτος και τις σύγχρονες συνθήκες ζει ολοένα και πιο αναιμικά και καταφεύγει σε ανθρώπους που τους προσπέρασε η μαζική εκπαίδευση.
   
    Ο Αστός τρώει! Ο Αριστοκράτης γευματίζει! Ή δειπνεί!
    Στην ορεινή Κρήτη ακόμα σταυρώνουν το ψωμί πριν φάνε. Στο κολατσιό των τεχνιτών, στο φαΐ των φτωχών, στο τραπέζι των αγροτών επιζούσε μέχρι πρόσφατα κάτι από τον αέρα μιάς χαμένης αριστοκρατίας.
   
    Οι Θεοί έφυγαν από την Ελλάδα ακολουθώντας τους τελευταίους βοσκούς!

    Πρέπει να’ναι κανείς αλαφροΐσκιωτος ή βαθειά αναγκεμένος για ν’ ακούσει στα ρουμάνια και μες τη βουή των πόλεων τον απόηχο της περπατησιάς τους!

    Τα μνημειώδη χαρακτηριστικά του κόσμου της Υπαίθρου ή ενός πολιτισμού των καταγωγίων κι ενός λαού που αποσπέριζε μέσα σε ψίθυρους κι αυλές υποχώρησαν κι επιβιώνουν όπως-όπως μέσα στη ζωή του κυττάρου. Ψάχνουν μιά νέα γλώσσα...  σε ταραγμένες μέρες θα ξαναμιλήσουν λέω!


    «Ο Έλληνας αντιλαμβανόταν τον εαυτό του όχι σαν κύριο του κόσμου αλλά σαν θεωρό της οικουμένης απ’ όπου εμπνεόταν την ομιλία, την ποίηση και την πράξη του  και σαν τέτοιος πέθανε».
                                               
                                      
                                      Στα πλούσια περιβόλια σας
                                      βασιλικός και κρίνοι
                                      ματαίως ανθίζουν, έρημοι,
                                      ουτ’ ένα χέρι ευρίσκεται
                                      να τα ποτίζη.

                                           ------------------

    Η Δύση νίκησε. Και νίκησε παντού. Αλλά όπως πάντα, κάθε ολοκληρωτική νίκη εγκυμονεί ένα τέλος. Έζησε ένδοξα και μεγαλόπρεπα τον καιρό της. Αλλά όχι πια. Σήμερα κυβερνά χωρίς να βασιλεύει! Η αυτοπεποίθηση χάθηκε μες το αλλοτινό βασίλειο. Παντού μιλούν για κρίση. «Αλλά αυτό που συμβαίνει είναι κάτι περισσότερο. Συμβαίνει το άγνωστο που από καιρού εις καιρόν επέρχεται στην Ιστορία. Η πτώση μιάς ολόκληρης κοινωνίας. Έχουμε εισέλθει σε μιά βαθειά μετάλλαξη του πολιτισμού, όπως έγινε στο τέλος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ή στο τέλος του Μεσαίωνα και τις απαρχές του καπιταλισμού. Σ’ αυτή τη μετάλλαξη το πρώην δυτικό βρίσκεται στο τέλος του, αλλά επειδή η Δύση έχει εξαπλωθεί παγκόσμια, το τέλος βρίσκεται παντού. Κάτι άλλο έχει ήδη αρχίσει με έναν τρόπο μη ορατό ακόμα».

    Δύση, Ανατολή, Ευρώπη, Βαλκάνια, Μεσόγειος, Εγγύς και Μέση Ανατολή είναι οι περιοχές που τοποθετείται η Ελλάδα με μιά γεωγραφική ή πολιτισμική έννοια και η κάθε μία  ταξινόμησή της έχει αλήθεια ιδωμένη απ’ έξω. Αλλά η Ελλάδα ιδωμένη από μέσα είναι πάνω απ’ όλα η χώρα του Αιγαίου. Και η χώρα γύρω από το Αιγαίο! Είναι οι δυό ακτές του και τα ενδιάμεσα νησιά. Είναι η χώρα μιάς θάλασσας. Απ’ οποιοδήποτε σημείο της  αρκούνε μερικές ώρες δρόμος με τα πόδια για να αντικρίσεις το θαλασσινό της πνεύμονα. Από την αρχαιότητα ως σήμερα Έλληνες ων ούκ έστιν  αριθμός βάδισαν «Μέχρι το Πλοίο»!
    Κι αυτά τα νησιά του αρχιπελάγους που ζούν μιά μεταθανάτια ζωή, αναληφθέντα σε μιά τουριστική ονειροφαντασιά, είναι γέφυρα ανάμεσα στις δυό ακτές του Ελληνισμού. Στη μία καταλήγει η λογική Δύση και στην άλλη εκβράζει μιά μάλλον παράφορη Ανατολή. Είναι λοιπόν η Ελλάδα, περισσότερο από κάθε τι, μια χώρα των ορίων και ενός συνόρου. Και μια γέφυρα ανάμεσα σε κόσμους. Μετέωρη όμως πια στο ανατολικό της άκρο. Κι όπως παρέμεινε ανολοκλήρωτη γεωγραφικά έμεινε και εσωτερικά λειψή.

   Και οι κοπέλες από την άλλη ακτή, που μιλούν μιάν άλλη γλώσσα, οι κοπέλες με το μειλίχιο βλέμμα και μια αιδώ που ξαφνιάζει είναι αλάθευτα κόρες της Ιωνίας.

    Κι είναι ο Όμηρος, ο εθνοκτίστης, ο εθνοπλάστης. Και η Οδύσσεια και η Ιλιάδα το ποιητικό ζεύγος που έφτιαξε την Ελλάδα. Που έκανε απ’ τις ελληνικές φυλές ένα έθνος. Και είναι πάντοτε η Ελλάδα μια χώρα ποιητών. Όπως η Ιρλανδία. Όπως η Ισπανία και η Ολλανδία είναι χώρες ζωγράφων.

     Και μείς που ονειρευτήκαμε να ανανεώσουμε τις παλιές Τέχνες που δοξολογούν την «πτώση μέσα στη Διαίρεση» φτιάχνοντας αυτήν που δοξάζει την «ανάσταση μέσα στην Ενότητα», εμείς οι αφουγκραστές οφείλουμε να ρωτάμε: Τι λείπει από τη σημερινή Ελλάδα? Χώρα των ερειπίων! Παλαιών και νεοτέρων! Χώρα αμήχανη κι αβέβαιη. Όπου η παραφορά περισσεύει αλλά λείπει το πραγματικό πάθος. Αυτό που γεννιέται από την αληθινή θλίψη και γεννάει την ένταση που φέρνει αποτέλεσμα!
    Μήπως δεν είναι η Σκέψη? Και μιά Ιδέα γύρω από την οποία συγκροτείται ένα έργο? Γιατί είναι αισθητή, αν όχι και συνειδητή, η έλλειψη ενός θεμέλιου σ’ αυτή τη χώρα.

    Η Ευρώπη είναι οι Λατίνοι, οι Γερμανοί, οι Σλάβοι. Οι καθολικοί Λατίνοι, οι προτεστάντες Γερμανοσκανδιναβοί, οι ορθόδοξοι Σλάβοι. Σ’ αυτό το δένδρο με τα τρία μεγάλα κλαδιά, κάθε κλαδί και μιά φυλή, κάθε φυλή και μιά θρησκεία, υπάρχει ένα μικρότερο που είναι οι Έλληνες. Ένα έθνος στις εσχατιές της Ευρώπης. Που είναι μάνα της και σ’αυτήν έρχεται στις κρίσιμες στιγμές της.
   Και ποια είναι η σχέση μας με τους λαούς στα Ανατολικά και στα Νότια σύνορά μας? Λαοί που είναι γείτονες και αρχαίοι γνώριμοι? Που ύστερα από μια μακρόχρονη αποκαρδίωση επιδιώκουν συγχυσμένα μιά δεύτερη ευκαιρία?
    Ποια είναι η μοίρα μας και ποιο το πρόσωπό μας?

    Όλα τα όνειρα της ζωής αρχίζουνε στη νιότη. Η Ελλάδα υπήρξε η νιότη του κόσμου. Η νιότη της Ιστορίας. Οι Αιγύπτιοι ιερείς όλο έκπληξη το δήλωσαν στον Σόλωνα: Μα εσείς οι Έλληνες είστε παιδιά που παίζουν!
    Εμείς όμως οι απόγονοι εκείνων των παιδιών, πώς γίνεται και νοιώθουμε το κληροδότημά τους σαν βάρος?
    Μία μόνο μπορεί να είναι η απάντηση: είμαστε, υλικά και πνευματικά, μία αποικιοκρατούμενη χώρα, ένα ηττημένο έθνος. Και μας συνέβη αυτό που παθαίνουν όλοι οι ηττημένοι: Ομνύοντας σε ξένους θεούς αποξενωθήκαμε από τον βαθύτερο εαυτό μας. Η χώρα εξακολουθεί να μας μιλά, οι πέτρες της, τα κύματα, οι άνεμοι αλλά εμείς δεν καταλαβαίνουμε. Καταδικασμένοι να μιλάμε μιά ξένη γλώσσα κερδίσαμε την αδράνεια. Έμενε ένα ακόμα βήμα: να υποτιμήσουμε την ιστορία μας μες την αποθέωση. Ποιός θνητός όμως δέχεται να ζαλωθεί θεϊκούς προγόνους?
    Εμείς λοιπόν που υποφέρουμε από υπερβάλλον φορτίο Ιστορίας πώς θα διευθετήσουμε αυτό το βάρος στους ώμους μας χωρίς να επιδιώκουμε να το ξεφορτωθούμε? Πώς θα το εξηγήσουμε ώστε να πάψει να μας βαραίνει στους ώμους ή ίσως και στο στομάχι? Πώς δηλαδή θα το χρησιμοποιήσουμε προς όφελος της πορείας μας μέσα στον σύγχρονο κόσμο?
    Μόνο αν κατανοήσουμε το παρελθόν μας, προηγούμενο κι απώτερο, και το αποδεχτούμε όχι σαν νεκρό και θείο βάρος αλλά σαν δώρο και εργαλείο για το παρόν, θα το νοιώσουμε ν’αλαφραίνει. Κι ακόμα περισσότερο όταν αποδεχτούμε πρόθυμα το ρόλο μας σαν τον πιο εντεταλμένο ερμηνευτή μιας παγκόσμιας κληρονομιάς που ήρθε η ώρα της να χρησιμοποιηθεί. Όχι τη μίμηση, την έμπνευση και τα διδάγματα αποζητούμε.
    Σ’ ένα κόσμο λοιπόν που παραπαίει από την διάσταση που έχει επέλθει ανάμεσα στη Φύση, την Τέχνη και την Τεχνική πρέπει εμείς να μιλήσουμε κατά φύσιν!  Και όχι αυτή τη φύση που κολοβώθηκε αλλά αυτή που ώρες-ώρες νοιώθουμε μέσα μας αλώβητη και επιμένουμε να την ξεχνάμε την αμέσως επόμενη στιγμή. Γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει αυτή η χώρα να γίνει μιά πραγματική χώρα. Και να γίνει Ελληνική. Δηλαδή οικουμενική. Δηλαδή να ξανακάνει πρόταση στον κόσμο.
    Πράγμα που σημαίνει ότι μέσα σε μιά ανθρωπότητα που έχασε την αυτοπεποίθησή της μένει να φτιάξουμε εδώ μιά Πατρίδα του Ανθρώπου! Που θα αποτελεί παράδειγμα και θα δίνει θάρρος.

    Και τι μπορεί άραγε να είναι η Πατρίδα του Ανθρώπου? Δεν ξέρω ακριβώς. Ίσως μια γιορτή που κανείς δεν έφυγε παραπονεμένος!


    Γύρω στα μεσάνυχτα ήρθε η είδηση που περιμέναμε. Μερικοί κοιμήθηκαν για λίγο αλλά οι περισσότεροι κούρνιαζαν γύρω απ’ τη φωτιά. Πότε, πότε κάποιος έρριχνε ένα κούτσουρο στο τζάκι που σπίθιζε και τότε κάποιος απ’ τους κοιμισμένους γύριζε στον ύπνο του και άλλαζε πλευρό. Λίγο πριν τα ξημερώματα σηκωθήκαμε όλοι, σβήσαμε τη φωτιά και φύγαμε. Κατηφορίσαμε τον κεντρικό δρόμο του χωριού που ήταν έρημος. Την ώρα που χάραζε επιβιβαστήκαμε για τα Κύθηρα!


                                                                                               Β. Η




ΣΗΜ.Β.Η  Οφείλω αυτή την ανάρτηση σε κάποια σχόλια του Ζαν Λυκ Νανσύ, κάποιες ιδέες του Κώστα Αξελού, μια φράση του Γέητς, μια σκέψη του Ντεμπόρ, ένα πεντάστιχο του Κάλβου, στο φιλμ του Αλέξη Δαμιανού «Μέχρι το Πλοίο»  και σε κάποιον  Κλωντ  Λωρραίν, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Από ’κει και πέρα χρησιμοποίησα την πιο απλή λογική.

Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

17η εκπομπή | Ο ευρωπαϊκός μηδενισμός | ΑΚΟΥΣΕ ΤΗΝ ΤΩΡΑ!

Η εκπομπή που μίσησε ο Ντεριφουκώ, αποκήρυξε ο Γκουατανίτς, 
αλλά αγάπησε ο απλός κόσμος του λαού!


Μηδενισμός 3. Όπου ήρθε η ώρα να περάσουμε στα άδυτα του ευρωπαϊκού μηδενισμού. Μια εκπομπή στοιχειωμένη από τον Νίτσε. Πώς από την έπαρση πέφτουμε στον πεσιμισμό κι από εκεί βουρ στην αγκαλιά του μηδενισμού. Τι ρόλο παίζει η "θέληση για δύναμη" και γιατί το νιτσεϊκό υπερόπλο αποδείχτηκε σφεντόνα. Δεν υπάρχουν γεγονότα, μόνο ερμηνείες; Είναι τα πάντα κοινωνικές κατασκευές; Όχι δα! Σχόλιο στο γνωσιογλωσσολογικό μηδενισμό και τη διάλυση της κριτικής σκέψης.


πάντα στο RadioBubble



* Τουρίνο. Στις 3 Ιανουαρίου του 1889, ο Φρίντριχ Νίτσε βγαίνει από τον αρ. 6 της οδού Κάρλο Αλμπέρτο, ίσως για να κάνει ένα περίπατο, ή για να πάρει την αλληλογραφία του από το Ταχυδρομείο. Όχι πολύ μακριά του, ένας αμαξάς έχει πρόβλημα με το άλογό του, που έχει στηλώσει τα πόδια του και δεν το κουνάει ρούπι. Ο αμαξάς χάνει την υπομονή του κι αρχίζει να μαστιγώνει το ταλαίπωρο το ζώο. Χάρη στον ποιητή Μπέλα Ταρ, η συνέχεια επί της οθόνης.

Τετάρτη 13 Μαΐου 2015

Αξία, Χρήμα και Μαγεία | μέρος 6ο και φαρμακερό!

Στη συνέχεια της σειράς μας με θέμα «Αξία, χρήμα και μαγεία» θα αναφερθούμε στην ίδια τη δραστηριότητα η οποία θέσμισε, στο διάβα των αιώνων, το χρήμα. Θα δείξουμε κιόλας κάτι εξαιρετικά σημαντικό: ότι η δραστηριότητα αυτή είναι ουσιαστικά «ένα επάγγελμα χωρίς όνομα». Για το σκοπό αυτό, παραθέτουμε εδώ μια δική μας περίληψη (με ενσωματωμένες λίγες δικές μας επεξηγήσεις εδώ κι εκεί) μιας σχετικής μελέτης της Hélène Vérin με τίτλο «Αγορά και εμπορευματική ανταλλαγή: μερικά σημεία αναφοράς στην ιστορία μιας υποψίας» (2010) - HS



Η δυσκολία ενός ορισμού της πολύπλοκης δραστηριότητας των εμπόρων είναι παρούσα στην πανάρχαια ιστορία των λέξεων.

Όμηρος και Αριστοτέλης

Σύμφωνα με τον Εμίλ Βενβενίστ (Το λεξικό των ινδοευρωπαϊκών θεσμών, τ. 1, 1969), ήδη στη γλώσσα του Ομήρου διαπιστώνεται μια διαφοροποίηση των χρησιμοποιούμενων όρων, μέσα από την οποία η αγοραπωλησία διακρίνεται από το εμπόριο. Για την καθαυτό εμπορική δραστηριότητα, ο Όμηρος χρησιμοποιεί τα ρήματα πιπράσκω (διασχίζω, διαπορεύομαι) και πέρνημι (ταξιδεύω σε μακρινές χώρες για να πουλήσω.) Για την αγοραπωλησία αγαθών, δηλαδή για την ανταλλαγή μεταξύ ενός αγοραστή κι ενός πωλητή, χρησιμοποιεί αφ’ ενός τον όρο πωλείν  και εννοεί: ορίζω μια τιμή, επιδιώκω ένα κέρδος∙ και αφ’ ετέρου τον όρο ωνέομαι, που σημαίνει διαπραγματεύομαι με τον πωλητή και αγοράζω, παζαρεύω.

Αυτή τη διαφοροποίηση μεταξύ αγοραπωλησίας και εμπορίου, ο Αριστοτέλης έρχεται να την θεωρητικοποιήσει στα Πολιτικά και τα Ηθικά έργα του. Κατ’ αυτόν, καλό είναι αυτό που εναρμονίζει τις ανθρώπινες δραστηριότητες με την φυσική τάξη, τον Κόσμο. Ιεραρχώντας τις δραστηριότητες του ανθρώπου, ο Αριστοτέλης τοποθετεί πρώτη την πολιτική. Ποια θέση δίνει στη δραστηριότητα του εμπόρου; Για να το καταλάβουμε, πρέπει να δούμε ότι, σε μια πρώτη στιγμή, διακρίνει την οικονομία −με την οποία εννοεί την κτήση και την καλή διαχείριση των αγαθών− από τη χρηματιστική, την ανταλλαγή που μεσολαβείται από το χρήμα∙ και σε μια δεύτερη στιγμή, διακρίνει την ίδια τη χρηματιστική σε «κατά φύση» και «παρά φύση».

Η κατά φύση, η «καλή», χρηματιστική αφορά την αγοραπωλησία (πωλείν και ωνέομαι) μικρής κλίμακας, η οποία αποσκοπεί απλώς και μόνο στον πορισμό χρήσιμων αγαθών. Η παρά φύση, η «κακή», χρηματιστική έχει να κάνει με το εμπόριο, με το οποίο εννοείται συγκεκριμένα το εμπόριο μεταξύ διαφορετικών χωρών: μέσα από αυτή τη δραστηριότητα, εξηγεί ο Αριστοτέλης, τα χρήμα εισέβαλε ως αναγκαιότητα στη ζωή των ανθρώπων.

Γιατί αυτή η δραστηριότητα είναι «παρά φύση»; Για δυο λόγους. Πρώτον, διότι κάνοντας σκοπό της ανταλλαγής όχι τον πορισμό χρήσιμων αγαθών αλλά του ίδιου του χρήματος, αυτή η χρηματιστική είναι η τέχνη της δημιουργίας και απόκτησης πλούτου αποκλειστικά και μόνο από την ίδια την ανταλλαγή, δηλαδή έξω από τις φυσικές μορφές δημιουργίας πλούτου (γεωργία, αλιεία, κυνήγι, κ.λπ.). Δεύτερον και κυριότερον, επειδή είναι μια δραστηριότητα αντίθετη απ' ο,τιδήποτε το φυσικό στο βαθμό που δεν έχει και δεν θέτει στον εαυτό της κανένα όριο (βλ. Πολιτικά): η δραστηριότητα των εμπόρων δεν έχει «τέλος»∙ σαν μια ακόρεστη δίψα (κάτι εντελώς αφύσικο, αέναα ανακυκλώνεται σ’ ένα και μόνο στόχο, τη συσσώρευση χρηματικού πλούτου.

Όμως, αυτή η ακόρεστη δίψα του για χρηματικό κέρδος, αποξενώνει το έμπορο από οποιαδήποτε αυθεντική γνώση και αρετή, και κατά συνέπεια τον διαχωρίζει από την Πόλη. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο έμπορος δεν είναι δυνατόν να είναι καλός πολίτης −κι αλίμονο στην Πόλη που θα ρυθμίσει τις τύχες της με βάση τις απαιτήσεις των εμπόρων.

Διδασκαλικόν

Μερικούς αιώνες αργότερα, στο εγκυκλοπαιδικό σύγγραμμά του Διδασκαλικόν −όπου καταγράφει και παρουσιάζει αναλυτικά διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες συνδέοντάς τις με αντίστοιχες τέχνες−, ο φιλόσοφος, θεολόγος και μυστικιστής Ούγος ντε Σαιν-Βικτόρ (1096-1141) συνδέει τη δραστηριότητα των εμπόρων με την τέχνη της ρητορικής, διότι «στο επάγγελμα αυτό είναι εντελώς απαραίτητη η ευγλωττία», αφού ο έμπορος «διεισδύει στις μυστικές περιοχές του κόσμου, βγαίνει σε ακτές που δεν έχει δει του ανθρώπου μάτι, διασχίζει φρικτές ερήμους και συναλλάσσεται με βάρβαρα έθνη σε άγνωστες γλώσσες».  

Εκείνο που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι ότι ο Ούγος δεν βρίσκει άλλο όνομα για να χαρακτηρίσει αυτή τη δραστηριότητα από το όνομα «πλοήγηση», που είναι και ο τίλος του σχετικού με τους εμπόρους κεφαλαίου του συγγράμματός του. Παρ’ όλα αυτά, σε μια στιγμή χρησιμοποιεί και τον όρο «negotium» (επιχείρηση), κάτι που μας παραπέμπει σε μια δεύτερη σειρά παρατηρήσεων του Μπενβενίστ.

Ένα επάγγελμα χωρίς όνομα

Πράγματι, ο Μπενβενίστ εξετάζει διεξοδικά την πολύπλοκη διαδικασία σχηματισμού αυτής της λατινικής λέξης. Όπως εξηγεί, η λέξη αυτή είναι σύνθετη, με το πρώτο συνθετικό της αρνητικό: nec-otiumδηλαδή «απουσία ελεύθερου χρόνου». Πώς όμως αυτός ο αρνητικός όρος γίνεται θετικός, πώς δηλαδή το «να μην έχει κάποιος ελεύθερο χρόνο» έρχεται να προσδιορίσει θετικά ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, το επάγγελμα του εμπόρου;

Αναζητώντας απάντηση, ο Μπενβενίστ προτείνει ότι η λατινική λέξη negotium δεν είναι παρά μετάφραση της αρχαίας ελληνικής λέξης «α-σχολία» −βρίσκει μάλιστα ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα στον Πίνδαρο, όπου ο ποιητής, απευθυνόμενος εγκωμιαστικά στην πόλη των Θηβών, λέει: «… το τεόν … πράγμα και ασχολίας υπέρτερον θήσομαι» («θα θέσω τα συμφέροντά σου πάνω από κάθε πράγμα και ασχολία»)∙ αλλά και στον Πλάτωνα, όπου η «ασχολία» σημαίνει δυσκολία: «το σώμα μυρίας παρέχει ημίν ασχολίας» («το σώμα μας μας δημιουργεί μυριάδες δυσκολίες»).

Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Μπενβενίστ, η ελληνική λέξη, μπορεί μεν να αναφερόταν στις «δημόσιες ή ιδιωτικές ασχολίες», αλλά δεν προσδιόριζε τις εμπορικές δραστηριότητες όπως η λατινική negotium. Θεωρεί λοιπόν, ότι οι Λατίνοι δανείστηκαν αυτή τη λέξη από τα ελληνικά και της προσέδωσαν ένα ιδιαίτερο νόημα, το οποίο μάλιστα βρίσκουμε και στα σύγχρονα ανάλογα της λέξης negotium. Πράγματι, όπως σημειώνει, στα γαλλικά, η λέξη «affaires» (από το à faire«έχω κάτι να κάνω»),  στα αγγλικά η λέξη «business» (από το busy«είμαι απασχολημένος, δεν έχω ελεύθερο χρόνο») και στα γερμανικά η λέξη «Geschäft» (από το schaffen«κάνω κάτι, φτιάχνω κάτι»), όλες αυτές οι λέξεις χρησιμοποιούνται, όπως και το negotium, για την εμπορική δραστηριότητα. Και συμπεραίνει:
«Παρατηρούμε εδώ ένα μεγάλο φαινόμενο, κοινό σε όλες τις χώρες και μάλιστα από τους αρχαίους χρόνους: οι εμπορικές δραστηριότητες δεν έχουν όνομα∙ δεν μπορούμε να τις προσδιορίσουμε με όρους θετικούς. (…) Τοποθετούνται έξω από όλα τα επαγγέλματα, από όλες τις πρακτικές, από όλες τις τεχνικές. Γι’ αυτό και δεν μπορέσαμε να τις προσδιορίσουμε παρά αόριστα, με τη γενική έννοια του ‘‘είμαι απασχολημένος’’, ‘‘έχω κάτι να κάνω’’.»
Διαπίστωση, δηλαδή, που συμφωνεί πλήρως με όσα είδαμε ότι λέει σχετικά με αυτή τη δραστηριότητα ο Αριστοτέλης. Πώς όμως αυτή η δραστηριότητα πέρασε τελικά από έξω, όχι απλώς μέσα αλλά στην καρδιά της Πόλης;

Ο Αντουάν ντε Μοντκρετιέν και η παράδοση της Πόλης στο εμπόριο

Η αλλαγή αυτή σημειώνεται μέσα από ένα ουσιαστικά πολεμικό έργο του πολεμιστή, τυχοδιώκτη, δραματουργού και οικονομολόγου Αντουάν ντε Μοντκρετιέν (1575-1621) με τίτλο Πραγματεία πολιτικής οικονομίας (1615). Δεν είναι προφανώς τυχαίο ότι η πραγματεία αυτή, που στηρίζεται σε όλες τις σύγχρονες τότε γνώσεις (ιατρική, αλχημεία) για να σκεφτεί το κοινωνικό και το πολιτικό, και να προτείνει τρόπους διακυβέρνησης, αποτελεί ρητά μια κατά μέτωπο επίθεση στις θέσεις του Αριστοτέλη.

Σαν τον Αριστοτέλη, ο Μοντκρετιέν ορίζει τους ανθρώπους από τη δράση τους και μάλιστα την αμοιβαία δράση τους. Όμως, αναποδογυρίζει την αριστοτελική ιεραρχία των δραστηριοτήτων του πολίτη και τροποποιεί σε βάθος την αριστοτελική αρχή της δράσης με τελικό σκοπό την αρετή και το αγαθό. Για να το πετύχει, εισάγει δυο πρότυπα: το σώμα του ζώου με τις αντιστοιχίες του προς το κοινωνικό σώμα∙ και τη μηχανή με τις κινήσεις της.

Έτσι, στις «τρεις ψυχές» του ζωϊκού σώματος αντιστοιχούν οι τρεις μεγάλες μορφές των οικονομικών δραστηριοτήτων: στη φυτική ψυχή, οι εργάτες∙ στην αισθητική ψυχή, οι χειροτέχνες∙ και στη ζωϊκή ψυχή, οι έμποροι. Αυτή η τελευταία,
«έχει έδρα της τον εγκέφαλο. Αυτή ηγεμονεύει τις δράσεις μέσω των νεύρων, που απλώνονται σε διάφορες διακλαδώσεις και δίνει κίνηση σε όλο το σώμα. Με αυτή την ψυχή μπορούμε να συσχετίσουμε πολύ εύλογα τη θέση των εμπόρων μέσα στην κοινωνία των πολιτών.» 
Με άλλα λόγια, σε πλήρη αντίθεση με τον Αριστοτέλη, ο Μοντκρετιέν τοποθετεί τη δραστηριότητα των εμπόρων στην υψηλότερη θέση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, σαν ηγεμονικό εγκέφαλο και νευρικό σύστημα ολόκληρης της κοινωνίας. Επιπλέον, για να δέσει ακόμα περισσότερο την παράδοση της Πόλης στους εμπόρους, ανατρέχοντας σε μια σειρά μηχανιστικών μεταφορών, υποστηρίζει πως πηγή και θεμέλιο όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, κάθε δράσης, πράξης και κίνησης, είναι το κέρδος.

Τι έχει απογίνει η αναζήτηση της αρετής και του αγαθού; Βεβαίως, λέει ο Μοντκρετιέν, «ο πιο συνηθισμένος δεσμός μεταξύ των ανθρώπων εξαρτάται από την αλληλοβοήθεια και τις αμοιβαίες υπηρεσίες που μπορούν να προσφέρουν ο ένας στον άλλον», όμως
«η αλληλοβοήθεια και η αμοιβαιότητα εξαρτώνται πάντοτε από το ότι ο καθένας κοιτάζει το ατομικό του κέρδος, γιατί αυτό είναι εκείνο που πάνω απ’ όλα κινεί αυτόν τον ίδιον, ανεξάρτητα από τη γενική κίνηση στην οποία συμμετέχει, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιεί. (…) Κι όλη αυτή η ταλαιπωρία, όλα τα ανδραγαθήματα τόσων και τόσω ανθρώπων, άλλο σκοπό δεν έχουν παρά το κέρδος.»
Να λοιπόν, πώς ο Μοντκρετιέν καταπιάστηκε να εξυψώσει τη δραστηριότητα των εμπόρων καταρρίπτοντας το αριστοτελικό επιχείρημα, που την όριζε σαν μια «παρά φύση» ακόρεστη δραστηριότητα «προσκόμισης κέρδους», σαν ένα negotium − affairesbusiness, Geschäft−, που αποξενώνει τον άνθρωπο από την αναζήτηση της αυθεντικής γνώσης και της αρετής, αποξενώνοντάς τον έτσι κι από την Πόλη.

Με τον Μοντκρετιέν βλέπουμε λοιπόν να αναδύεται, σε πόλεμο με τις έως τότε αντιλήψεις των σοφών −και ακριβώς στην αυγή των Νεότερων Χρονων−, η ιδέα ενός «πολίτη», ο οποίος καθορίζεται πρώτα και πάνω απ’ όλα από ιδιοτελή κίνητρα. Και σε αυτόν ακριβώς τον «πολίτη», που δεν είναι άλλος από τον έμπορο, οφείλουν τώρα να παραδοθούν τα κλειδιά της Πόλης. Όπως λέει ο Μοντκρετιέν:
«Ενάντια στην άποψη του Αριστοτέλη και το Ξενοφώντας, εμείς δεν θα ξεχωρίσουμε την οικονομία από την πολιτική, διότι ένας τέτοιος χωρισμός αποκόβει το κύριο μέρος [την οικονομία] από το όλον [την Πόλη]. (…) Ξέχασαν (αυτοί οι αρχαίοι συγγραφείς) ότι το Κράτος πρέπει πάνω απ’ όλα να κοιτάζει την οικονομία, [εντός της οποίας] το εμπόριο συνιστά όχι μόνο την πιο ολοκληρωμένη και εξαίσια δραστηριότητα, αλλά και τη δραστηριότητα εκείνη που κινεί όλες τις άλλες δραστηριότητες της κοινωνίας.» 
Η Πόλη παραδομένη στο πάθος ενός επαγγέλματος που δεν έχει όνομα. Καλωσορίσατε στους Νέους Χρόνους!



                                            Τα προηγούμενα μέρη: 1ο2ο3ο4ο5ο


Σημείωση: Μόλις κυκλοφόρησε από το Ξενοδοχείο των Ξένων το 4ο τεύχος του περιοδικού ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΤΕΠΠΑΣ, με κείμενα εναντίον του μιλιταρισμού και μ' ένα λίγο παλιότερο αλλά γερά αναδιαμορφωμένο κείμενο του Hollowsky. Μην το χάσετε!



Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Άνθρωποι και μηνύματα


Όσο υπάρχουν άνθρωποι που ανταλλάσσουν τέτοια μηνύματα ...
«Φίλε μου, τρώμε και πίνουμε στην Άνω Πόλη κάτω από το φως των ασγκεργιώρν»
«Υπέροχα! Το νου σας μόνο μη σας πιάσει καμιά μερλωποντή.» 
... υπάρχει ελπίδα!

Δευτέρα 4 Μαΐου 2015

Μυστική Γεωγραφία



    Από τα “γεγονότα του ’08” η Ελλάδα είναι στο παγκόσμιο προσκήνιο. Χρειάστηκε να αναστατωθούν οι δρόμοι της και να υποβληθούν τα κέντρα των πόλεών της στην ακεραιότητα της φωτιάς για να γίνει, για λίγο, σεβαστό ό,τι ως τότε αντιμετωπιζόταν συγκαταβατικά: η ανάγκη για νόημα. Εμείς οι άνθρωποι είμαστε τα όντα που δίνουν νόημα σε ό,τι κάνουν. Χωρίς αυτό είναι αμφίβολο αν καταφέρνουμε κάν να επιβιώσουμε.
    Στην Ελλάδα η υπαρξιακή και κοινωνική κρίση προηγήθηκε της οικονομικής. Θυμάστε την ατμόσφαιρα πένθους εκείνων των ημερών. Όλοι είδαμε το ρήγμα πάνω στο οποίο ζούσαμε. Εδώ, για κάποιο «παράδοξο» λόγο (που συνδέεται και με την έλλειψη…καλών τρόπων) έγινε, για λίγες στιγμές,  φανερό αυτό που ίσχυε κι αλλού. Και γρήγορα, σχεδόν ταχυδακτυλουργικά, η έλλειψη νοήματος μετατράπηκε σε έλλειψη χρημάτων!
    Κι εδώ υπήρξε ομοφωνία ανάμεσα σε ντόπιους κρατούντες, ξένους επιτηρητές και θύματα. Τα περί έλλειψης νοήματος, προφανώς, δεν συνέφερε σε κανέναν ν’ ακούγονται πολύ. Όμως αναμφίβολα δεν χάσαμε αυτό που προσποιούμαστε, είναι βαθύτερο το πένθος.
    Αλλά και σ’ αυτό το επιφανειακό πεδίο οι συγκρούσεις ξεπέρασαν σε βιαιότητα και διάρκεια κάθε άλλη που γινόταν στην Ευρώπη. Μόνο που έτσι, τα θύματα της «κρίσης» έπαιζαν, και παίζουν, με τη θέλησή τους σε ξένο γήπεδο. Στο αγαπημένο έδαφος κάθε εξουσίας, το έδαφος της οικονομίας.
    Έκτοτε – και για 7 χρόνια – μάταια προσπαθούνε να ματίσουνε το ρήγμα. Του κάνουνε συνέχεια «ενέσεις τσιμέντου» αλλά το νοιώθουν πως δεν υπάρχει ελπίδα. Η Ελλάδα είναι πίθος των Δαναΐδων. Όσο χρήμα κι αν ρίξουνε αυτό εξαφανίζεται σαν σε καταβόθρα. Όσες μεταρρυθμίσεις κι αν σκαρφιστούν καταλαβαίνουν, χωρίς φυσικά αυτό να λέγεται, ότι η κατάσταση δεν σηκώνει μπαλώματα. Εδώ είναι το σημείο συναρμογής του πολιτισμού μας. Εδώ είναι ένα σημείο τήξης του κόσμου. Αστάθεια στο σημείο – αστάθεια παντού. Το πρόβλημα είναι στατικό.

    Ας ρίξουμε λοιπόν μιά ματιά στους χάρτες γιατί σκοπεύω τώρα να μιλήσω για την Αρχιτεκτονική του Κόσμου. Πράγμα που αναπόφευκτα συνδέεται με τη Γεωγραφία.
 







    Η Ελλάδα δεν είναι μιά  χώρα της Δύσης. Δεν είναι μιά χώρα της Ανατολής. Δεν ανήκει στα Βαλκάνια. Ούτε στη Μέση ή στην Εγγύς Ανατολή. Δεν είναι μιά χώρα της Ευρώπης. Ή ίσως είναι όλα αυτά και κάτι ακόμα. Δεν είναι τέλος ούτε μιά χώρα Μεσογειακή. Κοιτάξτε τις ευθείες ακτές της Μεσογείου που εκτείνονται σε μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων και κοιτάξτε την περίφημη δαντέλλα των 15000 km ακτογραμμής μέσα σε μιά περιορισμένη έκταση. Και δέστε την πολυπλοκότητα του ελληνικού εδάφους – ενός συμπλέγματος ορεινών όγκων, κοιλάδων, κόλπων και νησιών που η γεωφυσική τους ενέργεια συμπιέζεται δίνοντας ένταση ελατηρίου.

    Η Ελλάδα είναι η χώρα του Αιγαίου. Και είναι η χώρα περί το Αιγαίο. Χώρα θαλασσινή και συναρμογή δύο κόσμων. Και τα νησιά της γέφυρα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Και κοιτάξτε το σχήμα της – με τη ράχη στη Δύση σαν κυρτωμένος άνθρωπος που κάτι προσπαθεί να μαζέψει – ένας μισός κύκλος στραμμένος προς τα ανατολικά που του απαγορεύεται να κλείσει. Αλλά ο κύκλος είναι ένα σχήμα ολοκλήρωσης και ηρεμίας.
    Και είναι η χώρα των δύο ακτών του όπου κλειστές κοιλάδες οδηγούν σ’αυτό, μία θάλασσα κλειστή και ταυτόχρονα ανοιχτή – θαλάσσιο πέρασμα. Και φυσικά κέντρο της είναι οι Κυκλάδες που δημιουργούν την πρώτη δίνη και είναι αυτός ο πρώτος κύκλος ο εσώτερος. Γιατί από κει και πέρα εξω-ελίσσεται η ορμή προς το δεύτερο κύκλο σαν σπείρα και σαν κοχλίας.
     Πρώτος κύκλος λοιπόν οι Κυκλάδες, ο δεύτερος γυρίζει απ’ το Ταίναρο, ανεβαίνει τα Ιόνια κι ακολουθεί τα σύνορα πέρα από τη κορυφογραμμή της Ροδόπης, μέσα από Ανατολική Θράκη και Προποντίδα κατεβαίνει περιλαμβάνοντας τα Μικρασιατικά παράλια, για να γυρίσει ο 3ος κύκλος προς τα ΝΔ αγκαλιάζοντας την Κρήτη και μετά πέρα προς τη Δύση: Σικελία, Κάτω Ιταλία και πάλι προς βορράν: Άλπεις - Κεντρική Ευρώπη – Ουκρανία – όλη η Μαύρη Θάλασσα και Καύκασος όπου αρχίζει ο 4ος κύκλος: όλη η Ανατολία, η Συρία, η Παλαιστίνη, η Κάτω Αίγυπτος, τα παράλια της Β.Αφρικής και τρέπεται από το Μαγκρέμπ προς βορράν: Γιβραλτάρ, περιλαμβάνει την Ιβηρική, Βρετανικά νησιά, Βόρειο Ακρωτήρι, Λευκή θάλασσα και από θάλασσα του Μπάρεντς, ακολουθώντας προς Νότον τα Ουράλια: Κεντρική Ασία (όριο της προέλασης του Αλέξανδρου) και Αραβική χερσόνησο, φτάνει στο Άντεν και περνάει από το Μπαμπ ελ Μαντέμ
, αυτή την Πύλη των Δακρύων, απέναντι στο Κέρας της Αφρικής και την Αιθιοπία όπου πια χάνεται η ενέργειά του εξαντλημένη.
    Ένας γιγαντιαίος στρόβιλος όπου το κέντρο περιδίνησης, το «μάτι» είναι μέσα στις Κυκλάδες και είναι φυσικά η Δήλος – η εστία των Νήσων - η κάποτε, όχι τυχαία, ιερή.
    Οι τρέχουσες απόψεις πάνω στην Ιστορία που δεν συνυπολογίζουν την επιρροή τέτοιων δυνάμεων είναι φτωχές, προϊόν περιορισμένης ανθρώπινης αντίληψης που δεν κατανοεί ότι η Γη είναι ζωντανός δρών και σκεπτόμενος οργανισμός. Και έχει ενεργειακά κέντρα που θα παραμένουν ενεργά όσο αυτή θα λάμπει γαλάζια μέσα στο στερέωμα. Και υπάρχει ένα πλήθος απ’ αυτά.
   
    Κοιτάξτε τις Μυστικές Ινδίες, την Ινδική υποήπειρο που κλεισμένη από βορράν από τα Ιμαλάια βλέπει προς τα ΝΑ για να φτάσει ως τις Ινδονησίες και την Ινδοκίνα. Και το ενεργειακό κέντρο του Θιβέτ. Και κοιτάξτε το κλειστό υποσύστημα της Κίνας. Που σαν δικοτυλήδονο – ζεύγος με την Ινδία - έχει κι αυτή κέντρο και πόλο το Θιβέτ (έστω και διαισθητικά κάτι φαίνεται να ξέρουν οι Κινέζοι γραφειοκράτες). Και προχωράει ως την Αυστραλία και κλείνει όλο τον βόρειο Ινδικό Ωκεανό ως τα παράλια της Αφρικής και της Αραβικής χερσονήσου.
    Και το σχήμα της Αυστραλίας? Μπούμεραγκ που βλέπει προς την Ανταρκτική? Και έχει κέντρο της μέσα στην έρημο. Το Uluru ή Ayers Rock. Κέντρο της και παλλόμενο πομπό της!
    Και κοιτάξτε τη Β.Αμερική που στρέφεται γύρω από τον Κόλπο του Μεξικού και το Γιουκατάν, και την Καραϊβική που στρέφεται ακολουθώντας το πέταλο των νησιών της. Άλλο ένα ημίκλειστο αρχιπέλαγος, άλλο ζεύγος στροβίλων και αυτό!
    Και το σχήμα της Ν. Αμερικής? Που κέντρο της έχει τα υψίπεδα της Βολιβίας και του Περού? Το Μάτσου Πίτσου?
    Και η Αφρική στραμμένη προς τα Δυτικά, εκεί που θα ’στελνε τους γιούς και τις κόρες της, έχει τον ποταμό Κόνγκο. Που όποιος τον είδε από ψηλά κατάλαβε ότι είναι μεγάλος σαν τον Κόσμο και πως είναι το πνεύμα της Αφρικής, η Αφρική η ίδια!
    Και η λεκάνη του Β. Ειρηνικού? Αλάσκα –Αλεούτια – Καλιφόρνια –Ιαπωνία? Και η λεκάνη του Ν. Ειρηνικού? Οι Νότιες θάλασσες και η Πολυνησία?

    Και κοιτάξτε τα ρεύματα των Ωκεανών! Το Ρεύμα του Κόλπου στο Β.Ατλαντικό. Και το Νότιο Ισημερινό Ρεύμα στο Ν.Ατλαντικό. Το Κούρο Σίβο στον Ειρηνικό και το Βόρειο και Νότιο Ισημερινό Ρεύμα στον Ινδικό. Όλα σε κύκλους! Και φυσικά τις περιοχές των Πόλων! Τον Βόρειο και τον Νότιο.
    Όλα αυτά είναι ενεργειακοί στρόβιλοι σε γη και θάλασσες, τιτάνιες συγκεντρώσεις ενεργείας και υπόκεινται σε κέντρα. Από αυτά η ενέργεια εκτυλίσσεται και ξεσπά. Και φυσικά όλα αυτά τα ενεργειακά κέντρα υπόκεινται στον Χρόνο! Ο Χρόνος ορίζει πότε και με ποια σειρά και με πόση ένταση αυτά θα εκδηλωθούν. Θα μπορούσαμε να καταλάβουμε το ρόλο που παίζει ο Χρόνος αν σκεφτούμε ένα Μαέστρο και μιά ορχήστρα. Ή ακόμα ένα τροχονόμο που αποσυμπιέζει το κυκλοφοριακό φρακάρισμα.


    Και στο δικό μας σύστημα βέβαια, υπάρχουν περιφερειακά, όσο απομακρυνόμαστε από το Αιγαίο, άλλα κέντρα όπως το Παρίσι, το Λονδίνο, η Ιερουσαλήμ που επεμβαίνουν κι αυτά εδώ. Ή το Λένινγκραντ, η Πετρούπολη,  άλλο κέντρο αυτή, που διευθύνει τη Σκανδιναβία. Και κοιτάξτε τον Βόρειο, τον Σκανδιναβικό κοχλία, γύρω από τη Νορβηγία, τη χερσόνησο της Καρέλια, ανατολικά της Φινλανδίας και τον Αρχάγγελο και περικλείει  τη Βαλτική θάλασσα και τις γύρω χώρες: Βαλτικές, Λευκορωσία, Πολωνία, Πρωσσία και στρέφεται από τις Δυτικές ακτές της Δανίας ξανά προς βορράν.
     Και κοιτώντας τα Ουράλια μένω σκεφτικός: η Ευρώπη αρχίζει στα Ουράλια και τελειώνει στην Καλιφόρνια. Μέσα από τη Μεσόγειο και τις Πύλες του Ηρακλέους η ώθηση δίνεται πάνω από το σύστημα του Β. Ατλαντικού κατά μήκος των Ηνωμένων Πολιτειών ως εκεί που ο Ειρηνικός βάζει ένα τέλος. Και φτιάχτηκε σ’ όλη αυτή την περιοχή ο πολιτισμός που αποκλήθηκε Δυτικός.

   
    Κατανοώ τις αντιρρήσεις των συγχρόνων μου σχετικά με τα παραπάνω αλλά σκέφτομαι ότι πρέπει κάποιος να’χει ζήσει όλη του τη ζωή στους περιορισμένους ορίζοντες των πόλεων, ή να είναι απόφοιτος ενός πανεπιστημίου, για να μην καταλαβαίνει αυτό που ένας Ρώσος αγρότης, ένας Ινδιάνος κυνηγός, ένας Έλληνας βοσκός και ένας Πολυνήσιος ψαράς γνώριζαν από διαίσθηση ζώντας κάτω από μεγάλους ουρανούς και μέσα στους καιρούς. Ότι τέτοιες συγκεντρώσεις νερού και στεριάς ούτε άφωνες είναι ούτε άβουλες. Αλλά εκείνοι οι ξωμάχοι Ευγενείς γνώριζαν τη θέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο.

    Θα έχετε λοιπόν παρατηρήσει σ’ ένα ποταμό τη διαφορά στην ταχύτητα των νερών και κοιτώντας τους γεω-ενεργειακούς στροβίλους που αναφέρθηκαν παραπάνω, θα συμφωνήσετε μαζί μου πως υπάρχουν μέρη στον κόσμο, στενωποί και ρούφουλες, όπου η Ιστορία κυλάει πιο γρήγορα από αλλού όπου το ποτάμι του Χρόνου πλαταίνει και τα νερά του κυλούν ήσυχα κι αργά.

    Και βάλτε κάτω τα πράγματα τα ιστορικά και μετρήστε: Ο Ψυχρός Πόλεμος άρχισε στην Αθήνα τον Δεκέμβρη του ’44. Η Ελληνική Επανάσταση βάζει μπρός τη δημιουργία εθνικών κρατών. Μετά ακολουθούν τα Βαλκάνια. Κι όλες οι επαναστάσεις στη Νότιο Αμερική. Η Ιταλία ενώνεται το 1869 και η Γερμανία το 1870. Οι πόλεμοι που αρχίζουν ξανά εδώ το 1912 προχωρούν την προσπάθεια των νέων κρατών να συμπεριλάβουν τους ομοεθνείς πληθυσμούς που βρίσκονται εκτός συνόρων και τελειώνουν το 1922 με το μεγαλύτερο transfer-ανταλλαγή πληθυσμών παγκοσμίως για να δοθεί μια λύση πλασματική και πρόσκαιρη σε πολύ βαθύτερες εκκρεμότητες. Και τέλος την πτώση της Δικτατορίας το ’74 ακολούθησαν οι πτώσεις των Ιβηρικών Δικτατοριών.

    Κι αν θέλουμε να πάμε πολύ πίσω: οι Πέρσες δεν μπορούν να κρατήσουν υποταγμένους τους Έλληνες στα Μικρασιατικά παράλια αν δεν κάμψουν τα αδέλφια τους στην αντίπερα ακτή του Αιγαίου και έρχονται στο Μαραθώνα. Εκείνη η μάχη ήταν η έναρξη της Ελληνικής αυτοπεποίθησης και η σωτηρία της νεαρής Δημοκρατίας που έμελλε να ενηλικιωθεί και να έχει διαχρονική ακτινοβολία. Αν είχε χαθεί η μάχη στο Μαραθώνα η Ιστορία του κόσμου θα ’ταν άλλη.

  Δεν θα είναι λοιπόν τώρα η πρώτη φορά που ό,τι γίνεται εδώ έχει «παραδόξως» χαρακτήρα γενικότερης προαναγγελίας και θα έχει τεκτονικές επιπτώσεις σ’ ένα ευρύτερο χώρο.. Ό,τι άρχισε στην Ελλάδα με ένα πυροβολισμό, πολύ πιο εύστοχο απ’ ό,τι σκόπευε -που μάλλον με σήμα αφέτη έμοιαζε- και συνεχίζεται με ένα αργόσυρτο ψυχομαχητό είναι η αρχή της τελευταίας πράξης ενός πολιτισμού.

    Εδώ λοιπόν είναι ένα καίριο σημείο συναρμογής. Εδώ είναι το σημείο τήξης του κόσμου Ο Αέρας συναντάει τη Φωτιά! Έτσι επιτελείται το χρήσιμο και το ωφέλιμο έργο της Διάλυσης! Και το ερώτημα είναι: Θα καταφέρουν τα άλλα δύο στοιχεία της ζωής, η Γη και το Νερό να επιτελέσουν Σύνθεση? Και υπάρχει ένα πέμπτο στοιχείο, ο Αιθέρας – το στοιχείο της Συνείδησης – αυτό που κατανοεί και οργανώνει το έργο των υπολοίπων. Άρα θα καταφέρουμε εμείς, οι κάτοικοι αυτής της γης, που υποκείμεθα σε μιά Μυστική Γεωγραφία, κάτοικοι ενός τόπου που γεννάει ακατάσχετα Ιστορία, να φτιάξουμε εδώ την Πατρίδα του Ανθρώπου? Που θα αποτελεί παράδειγμα και θα δίνει θάρρος? Ή οι δυνάμεις θα ξεσπάσουν τυφλές και ακηδεμόνευτες και καταστροφικές?
    Ανήσυχος και διστακτικός στέκει ο φιλήσυχος άνθρωπος μη θέλοντας να παραδεχτεί ότι δεν υπάρχει διαφυγή από τέτοιο δίλλημα.
    Είναι δύσκολοι οι σημερινοί καιροί  γιατί είναι μεγάλες οι απαιτήσεις τους.

                                                                                                  Β.Η

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...